Ίσως φταίει το ότι τα σημερινά μοντέλα της Mazda παραμένουν σπάνιο θέαμα στη χώρα μας, λόγω της ανυπαρξίας επίσημου αντιπροσώπου τα προηγούμενα έξι χρόνια. Ή ίσως η σχεδιαστική γλώσσα KODO της ιαπωνικής φίρμας να πετυχαίνει απόλυτα το στόχο της. Πάντως το σίγουρο είναι ότι τουλάχιστον το συγκεκριμένο CX-3, σε αυτό το εξαιρετικά βαθύ κόκκινο «Soul Red Crystal» που βάφεται με τεχνοτροπία η οποία αποτελεί πατέντα της Mazda, δείχνει αρκούντως εξωτικό.
Βασίζεται στο πάτωμα του Mazda2 και είναι ένα από τα μεγαλύτερα μοντέλα της κλάσης B-SUV, με μήκος που αγγίζει τα 4,28 m. Στην εξωτερική του εμφάνιση πάντως, είναι μάλλον αδύνατο να εντοπίσεις τη μεταξύ τους σχέση. Η δυναμική σιλουέτα του CX-3 χαρακτηρίζεται από τη μεγάλη μάσκα εμπρός, τις ανάγλυφες επιφάνειες, τα πλαϊνά παράθυρα που στενεύουν προς τα πίσω και τα φαρδιά πλαστικά τμήματα στα φτερά, τα οποία ξεκαθαρίζουν πως δεν πρόκειται για συμβατικό χάτσμπακ. Αντίθετα, η συγγένειά του με το σουπερμίνι της φίρμας είναι εμφανής στο εσωτερικό.
Το λιτό ταμπλό με τους ασύμμετρους κεντρικούς αεραγωγούς έχει μεταφερθεί σχεδόν αυτούσιο από το Mazda2, όπως και ο μοτοσικλετίστικος πίνακας οργάνων με το μεγάλο στροφόμετρο στο κέντρο. Τα υλικά είναι προσεγμένα και τα χειριστήρια βρίσκονται εκεί που τα αναζητάς. Μόνο η 7ιντση οθόνη αφής του infotainment είναι τοποθετημένη σχετικά μακριά. Αλλά αυτό είναι ένας καλός λόγος για να ελέγχεις τα πάντα με το εύχρηστο περιστροφικό χειριστήριο, δίπλα από το ηλεκτρικό χειρόφρενο, που θυμίζει το iDrive της BMW σε λογική αλλά και σε ποιότητα λειτουργίας.
Η θέση οδήγησης είναι ψηλή και άνετη, όχι ιδιαίτερα όρθια. Όμως οι παχιές κολόνες περιορίζουν την ορατότητα. Ο χώρος για τους πίσω δεν αποτελεί δυνατό σημείο του CX-3. Θα βολευτούν και ενήλικοι, όμως ο χώρος για τα πόδια τους είναι λίγο μικρότερος απ’ ό,τι περιμένεις βάσει διαστάσεων, ενώ τα στενά παράθυρα να δημιουργούν μια κάπως κλειστοφοβική αίσθηση. Το πορτμπαγκάζ έχει κανονικό σχήμα, την αναμενόμενη για την κατηγορία χωρητικότητα των 350 lt και διπλό πάτωμα που δημιουργεί μια επίπεδη επιφάνεια με την αναδίπλωση της πλάτης του πίσω καθίσματος.
Το CX-3 ανήκει σε μια άκρως ανταγωνιστική κατηγορία. Κι αυτή εδώ είναι η πιο ανταγωνιστική εκδοχή του. Το ιδιαίτερο φορολογικό μας σύστημα αδικεί τις εκδόσεις με το δίλιτρο βενζινοκινητήρα Skyactiv-G, υποδέχεται όμως με ανοιχτές αγκάλες τον 1.800άρη ντίζελ Skyactiv-D, ο οποίος αποδίδει 115 PS και 270 Nm. Δεν είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακές τιμές, συνδυάζονται όμως με βάρος 1.270 kg, όταν τα ανταγωνιστικά μοντέλα ξεπερνούν κατά πολύ τα 1.300. Έτσι, οι επιδόσεις του CX-3 τόσο από στάση όσο και εν κινήσει το φέρνουν στην κορυφή της κατηγορίας, δίπλα στο Honda HR-V 1.6 i-DTEC των 120 PS.
Για τα 100 km/h από στάση χρειάστηκε 9,9" και για τα 400 m 17,2", με το Honda στα 9,8" και 17", αντίστοιχα. Στις ρεπρίζ, που είναι και πιο σημαντικές για την κατηγορία, τα δύο αυτοκίνητα είναι απολύτως ισόπαλα στα 80-110 km/h με 3η, με 4,9". Με 4η σχέση είναι η σειρά του Mazda να αποκτήσει τυπικά το προβάδισμα, με 80-110 και 110-140 km/h σε 5,5" και 8", ενώ το Honda χρειάζεται 5,7" και 8,1". Μοντέλα όπως το Audi Q2 1.6 TDI και το αντίστοιχο 1.600άρι ντίζελ Jeep Renegade μένουν πίσω, σε κάθε μέτρηση.
Πέρα από τα νούμερα, ο Skyactiv-D 1.8 νιώθει ιδιαίτερα άνετα -για ντίζελ- στις ψηλές στροφές, πάνω από τις 4.000 rpm της μέγιστης ισχύος του. Γι’ αυτό άλλωστε, η Mazda έχει τοποθετήσει τον κόφτη στις 5.500 rpm, δηλαδή τουλάχιστον 500 rpm ψηλότερα απ’ ό,τι στα ανταγωνιστικά μοτέρ. Κάτι που ταιριάζει αρκετά στο ζωηρό οδηγικό προφίλ του CX-3, που δημιουργείται από την περιορισμένη κλίση και τις άμεσες αντιδράσεις στις στροφές. Το τιμόνι μπορεί να είναι λίγο ασαφές γύρω από την ευθεία, καμία ασάφεια δεν υπάρχει όμως στον λεβιέ του 6τάχυτου κιβωτίου, που με την ακρίβειά του σε προκαλεί να τον χρησιμοποιείς συνέχεια.
Στην πόλη, αρκεί ένα μέτριο πάτημα του γκαζιού για να γίνει αισθητή στην καμπίνα η χροιά του κινητήρα, όμως σε λίγο υψηλότερη ταχύτητα περνά στο παρασκήνιο. Στον αυτοκινητόδρομο, ο θόρυβος από τον αέρα και τον δρόμο είναι αναμενόμενα πιο τονισμένος απ’ ό,τι σε ένα συμβατικό χάτσμπακ. Στις πιο απότομες λακκούβες των αστικών δρόμων, η ανάρτηση αντιδρά κάπως ξερά. Άλλωστε το CX-3 φοράει 18άρες, αν και η Mazda ανακοινώνει πως τα λάστιχα είναι ειδικά εξελιγμένα, με πιο μαλακά πλαϊνά απ’ ό,τι συνηθίζεται στα 215/50R18, έτσι ώστε να βελτιώνουν την άνεση. Όσο αυξάνεται η ταχύτητα πάντως, απολαμβάνεις άνεση, αλλά και απαράμιλλη σταθερότητα. Στο ύψος των περιστάσεων στέκονται τα φρένα, με στιβαρό μεσαίο πεντάλ και πολύ καλή απόσταση ακινητοποίησης, 38,3 m από τα 100 km/h.
Με τον κινητήρα να μας… προκαλεί να τον πιέζουμε περισσότερο απ’ ό,τι αρμόζει σε ένα ντίζελ crossover, η κατανάλωση σταθεροποιήθηκε στα 7,1 lt/100 km. Και μπορεί να πέσει χαμηλότερα με λίγη αυτοσυγκράτηση. Ειδικά αν οι κυκλοφοριακές συνθήκες επιτρέπουν τη συχνή χρήση της μακριάς 6ης, η οποία αντιστοιχεί σε λιγότερες από 2.400 rpm στα 130 km/h. Το CX-3 διαθέτει πάντως και ένα σύστημα micro hybrid, με την ονομασία i-ELOOP, που ανακτά ενέργεια από τους τροχούς για την τροφοδοσία του ηχοσυστήματος, του κλιματισμού και των φώτων.
Η γκάμα του CX-3 περιλαμβάνει τέσσερις εκδόσεις, με εξοπλισμό που μπορεί να χαρακτηριστεί από καλός έως ιδιαίτερα πλούσιος. Η βασική έκδοση Challenge (€24.263) διαθέτει διζωνικό κλιματισμό, infotainment με οθόνη 7", αυτόματα φώτα και υαλοκαθαριστήρες, δερμάτινο τιμόνι, ζάντες 16" και σύστημα αυτόματου φρεναρίσματος Smart City Brake Support. Οι επόμενες προσθέτουν αξεσουάρ άνεσης και εξοπλισμό ασφαλείας. Η κορυφαία έκδοση Revolution που δοκιμάζουμε διαθέτει μεταξύ άλλων σύστημα εισόδου/εκκίνησης χωρίς κλειδί, head-up display, ημί-δερμάτινα καθίσματα, κάμερα οπισθοπορείας και αισθητήρες παρκαρίσματος εμπρός-πίσω. Τα συστήματα ελέγχου τυφλού σημείου και διατήρησης λωρίδας είναι στάνταρ ήδη από την ενδιάμεση έκδοση Attraction, ενώ η εγγύηση μηχανικών μερών φτάνει τα τρία χρόνια (ή 100.000 km).
Με τιμή που ξεκινά από τις €24.263, όλες οι εκδόσεις του ντίζελ CX-3 είναι ακριβότερες από το αντίστοιχο Jeep Renegade 1.6 Mjet των €21.900, αλλά φτηνότερες από το Honda HR-V 1.6 i-DTEC των €27.750. Έτσι, δύσκολα θα επιλέξει το CX-3 όποιος ψάχνει βάσει τιμής. Όπως και όποιος ζητά μεγάλους χώρους. Όμως σαφώς θα βρεθούν αγοραστές που θα εκτιμήσουν τις κορυφαίες επιδόσεις, τη ζωηρή οδική συμπεριφορά και το χαρακτήρα αυτού του ξεχωριστού μικρού crossover.
Τι λέει το DRIVE
Δεν είναι το φθηνότερο ή το πιο ευρύχωρο μοντέλο της κατηγορίας του. Είναι όμως ένα από τα πιο γρήγορα, τα πιο ενδιαφέροντα οδηγικά και τα πιο ξεχωριστά εν γένει.
Τιμή Από €24.263
Τεχνολογία 1.759 cc, i4, 16v, 2 ΕΕΚ, common rail, τούρμπο VGT, 115 PS/4.000 rpm, 270 Nm/1.600-2.500 rpm, χειροκίνητο κιβώτιο έξι σχέσεων
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
0-100 km/h 9,9”
0-160 km/h 30,2”
0-400 m 17,2” @ 131,0 km/h
0-1.000 m 31,7” @ 162,1 km/h
50-110 km/h (με αλλαγές) 8,3”
50-80 km/h (3η) 3,6”
80-110 km/h (3η) 4,9”
80-110 km/h (4η) 5,5”
110-140 km/h (4η) 8,0”
110-140 km/h (5η) 9,0”
110-140 km/h (6η) 12,2”
Φρένα 100-0 km/h 38,3 m
Τελική ταχύτητα 184 km/h
Μέση κατανάλωση 7,1 lt/100 km
Εκπομπές CO2 114 g/km
Διαστάσεις 4.275 x 1.765 x 1.535 mm
Χώρος αποσκευών 350 lt
Βάρος 1.270 kg
Μετρήσεις DRIVE
Φωτογραφίες: Θανάσης Κουτσογιάννης, Φωτεινή Πίμπα