Flash back στο 1996 και το 1ο DRIVE Trophy: Μια αληθινή περιπέτεια με 13 τετρακίνητα, τα περισσότερα σκληροτράχηλα «τζιπ», από την Αθήνα στα ελληνοαλβανικά σύνορα και πίσω. Μέσα από τα βουνά και ανάμεσα από δεκάδες μπλόκα των τότε αγροτικών κινητοποιήσεων.
Τι άλλαξε στα 28 χρόνια που μεσολάβησαν; Οι κινητοποιήσεις των αγροτών, όχι και τόσο... Όμως πολλοί χωματόδρομοι έχουν ασφαλτοστρωθεί και η ελευθερία κίνησης στη Φύση έχει περιοριστεί. Αν όχι στην Ελλάδα, σαφώς στις πλούσιες χώρες του λεγόμενου «δυτικού» κόσμου. Επιπλέον, τα καύσιμα έχουν ακριβύνει πολύ και η νομοθεσία περί εκπομπής ρύπων από τα αυτοκίνητα έχει γίνει ασύγκριτα αυστηρότερη. Για να μη μιλήσουμε και για την οικονομική κρίση που έχει μειώσει δραματικά την αγοραστική δύναμη του κοινού.
Τα σημερινά SUV δεν είναι για «extreme adventure» αλά DRIVE Trophy παλιότερης κοπής. Για εκδρομές στα βουνά όμως, που είναι και το ζητούμενο, διαπιστώσαμε ότι είναι μια χαρά
Όλα αυτά, αναπόφευκτα, έχουν επηρεάσει την αγορά των μοντέλων «διπλής χρήσης». Τα σκληροτράχηλα, αλλά ενεργοβόρα και ρυπογόνα, 4x4 τείνουν να εξαφανιστούν, ενώ μειώνονται με ταχύ ρυθμό και τα πετρελαιοκίνητα SUV που κάποτε κυριαρχούσαν στον χώρο. Το πιο σημαντικό όμως, τον τελευταίο καιρό, είναι η υποχώρηση της τετρακίνησης. Τα δικίνητα crossover/SUV έχουν την ίδια εμφάνιση και την ίδια ψηλή θέση οδήγησης με τα τετρακίνητα, αλλά με χαμηλότερη τιμή και κατανάλωση. Οπότε όλο και περισσότεροι αγοραστές τα προτιμούν.
Στο πλαίσιο όλων αυτών των θεαματικών αλλαγών, το DRIVE Trophy δεν θα μπορούσε βέβαια να μείνει απαράλλαχτο. Πόσοι είναι διατεθειμένοι να ταλαιπωρούν το αστραφτερό, δικίνητο crossover τους πάνω από βράχια και μέσα από λάσπες, νερά και θάμνους; Ελάχιστοι, για να μην πούμε κανένας. Οπότε, δεν έχουν πλέον νόημα και οι στημένες δοκιμασίες στις οποίες υποβάλλαμε παραδοσιακά τα αυτοκίνητα του Trophy, για να αξιολογήσουμε τις δυνατότητές τους σε ακραίες συνθήκες.
Δεν έχει πλέον νόημα ούτε και το πέρασμα από πολύ δύσκολους δρόμους. Όταν ο μόνιμος αρχηγός και scout των Trophy, Γιώργος Λάσδας, μας παρουσίασε τη διαδρομή που είχε βρει στον Πάρνωνα, μας είπε ότι ήταν βατή, με «μόνο ένα δύσκολο κομμάτι».
Και πόσο ήταν αυτό; «Πέντε χιλιόμετρα». Και θα το περνούσαν τα δικίνητα με τα χαμηλοπρόφιλα λάστιχα δρόμου; Ο Λάσδας αναγκάστηκε να παραδεχτεί πως θα παίρναμε μεγάλο ρίσκο…
Μοιραία, λοιπόν, το DRIVE Trophy έπρεπε να γίνει πιο «εκδρομικό», με βατό χώμα και αρκετή άσφαλτο. Διότι εξ ορισμού το Trophy μας ήταν και είναι μια δοκιμή αυτοκινήτων στις συνθήκες για τις οποίες έχουν φτιαχτεί.
Εντάξει, δεν λέμε ότι στο εξής θα αξιολογούμε τα crossover/SUV με βάση το πόσο καλά μεταφέρουν τα παιδιά στο σχολείο, όμως –μας αρέσει, δεν μας αρέσει– το κράτημα στην άσφαλτο, η άνεση στο χώμα και η κατανάλωση βενζίνης θα έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα από τις γωνίες υπέρβασης εμποδίων και το βάθος υδάτινης διάβασης.
Το φετινό καστ
Όλα τα παραπάνω τα είπαμε για να δικαιολογήσουμε τη φετινή επιλογή των αυτοκινήτων. Έπαιξε όμως βασικό ρόλο και η διαθεσιμότητα. Οπότε καταλήξαμε σε επτά, τον ίδιο αριθμό με το προηγούμενο Trophy. Από τα οποία επτά, μόνο τα δύο ήταν τετρακίνητα: το Hyundai Tucson 1.6T 48V 4WD 7DCT και το νέο Subaru Crosstrek e-Boxer.
Τα υπόλοιπα crossover/SUV είχαν όλα την κίνηση στους εμπρός μόνο τροχούς. Αντίπαλοι του Hyundai –στο συγκριτικό, όχι απαραιτήτως και στην αγορά– ήταν το νέο, επίσης mild hybrid, VW Tiguan 1.5 eTSI DSG, το full hybrid Renault Australe E-Tech 200 και το, μη εξηλεκτρισμένο, MG HS 1.5 MT.
Θα σταθούμε στο MG, διότι είναι η πρώτη φορά που πήραμε στο Trophy μοντέλο Κινέζου κατασκευαστή. Και δεν πήραμε μόνο ένα, αλλά δύο, αφού μας συνόδευσε και το μικρότερο MG ZS. Δώσαμε ιδιαίτερη βαρύτητα στα δύο MG, αφού τα κινεζικά αυτοκίνητα είναι το νέο μεγάλο κεφάλαιο που ανοίγει στην ελληνική αγορά, ύστερα από τα κορεατικά.
To MG ZS μάς διατέθηκε στην έκδοση 1.0Τ με το αυτόματο κιβώτιο, οπότε, για πληρέστερη αξιολόγηση, θα έπρεπε να είχαμε ένα SEAT Arona 1.0 ECO TSI 115 DSG. Μας προέκυψε διαθέσιμο μόνο χειροκίνητο. Ας είναι! Την εμπειρία την έχουμε να ξεχωρίσουμε την ήρα από το στάρι ακόμη κι έτσι…
Έτσι συμπληρώθηκαν οι επτά, όχι επί Θήβας αλλά επί Πάρνωνα. Όμως τα στην πλειονότητά τους «soft» αυτά crossover/SUV, δεν θα μπορούσαν να πάρουν τα βουνά ασυνόδευτα. Όπως πάντα, χρειαζόταν ένα 4x4 υποστήριξης, έτσι ώστε να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο ότι θα βγούμε από τα δύσκολα.
Για τον ρόλο αυτόν επιλέξαμε ό,τι σκληρότερο και ικανότερο υπάρχει στην αγορά: Το Ford Ranger Raptor 4x4, με τον 3λιτρο Ecoboost V6 twin turbo.
Ένας λόγος παραπάνω που πήραμε μαζί το Raptor ήταν οι μετεωρολογικές προγνώσεις. Εκείνες τις μέρες, όλοι μιλούσαν για επιδείνωση του καιρού και βροχές σε όλη τη χώρα.
Πού πας ρε Καραμήτρο, σκεφτήκαμε, με τα μπροστοκίνητα στις λάσπες; Όμως οι ανοιξιάτικες προγνώσεις γίνονται για να διαψεύδονται. Αυτό συνέβη και στην περίπτωσή μας – και ο καιρός, αντί για βροχερός, εξελίχθηκε σε… αφρικανικό, όπως θα δούμε.
Από τη θάλασσα στα σύννεφα
Το σημείο συγκέντρωσης και εκκίνησης ήταν, για μία ακόμη φορά, το πρατήριο της ΕΚΟ στον ΣΕΑ Ασπροπύργου. Από εκεί φύγαμε κομβόι για Κόρινθο και Άργος, με κατεύθυνση προς Άστρος και Παραλία Τυρού, όπου και θα διανυκτερεύαμε.
Κυριακή βράδυ, κίνηση δεν είχε και ο δρόμος, από το Κιβέρι, όπου γίνεται παραθαλάσσιος, είναι ένα οδηγικά πολύ ενδιαφέρον στροφιλίκι. Τέτοια ευκαιρία δεν χάνεται, οπότε ο ρυθμός ανέβηκε για να πάρουμε μια πρώτη ιδέα της συμπεριφοράς των επτά μονομάχων. Στην άσφαλτο; Ναι, στην άσφαλτο, διότι εκεί θα περάσουν τα συγκεκριμένα αυτοκίνητα το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους.
Η Παραλία Τυρού, εκτός καλοκαιρινής σεζόν, ήταν ένα χάρμα, με θάλασσα καθρέφτη και απόλυτη ηρεμία. Θα μου πείτε, τι σχέση έχει το Trophy με τη θάλασσα; Εκ πρώτης όψεως καμία, όμως ο Πάρνωνας, μαζί με το Πήλιο, είναι από τα ελάχιστα βουνά που συνδυάζουν το πράσινο με το γαλάζιο.
Με λαμπρό καιρό, λοιπόν, ξεκινήσαμε το επόμενο πρωί από το γαλάζιο για να ανέβουμε στο πράσινο. Πήραμε το δρόμο πίσω μέχρι τον Αγ. Ανδρέα, απ’ όπου ανηφορίσαμε για τον Πραστό.
Το κεφαλοχώρι, η ιστορική πρωτεύουσα της Τσακωνιάς (ακόμα μιλάνε οι γέροι του χωριού τα τσακώνικα, μια διάλεκτο που κρατάει από τα αρχαία δωρικά), γνώρισε μεγάλη ακμή ως εμπορικός κόμβος, κυρίως τον 18ο και στις αρχές του 19ου αιώνα.
Το μαρτυρούν τα μεγάλα, επιβλητικά αρχοντικά, που πριν κάποια χρόνια ήταν ερειπωμένα, αλλά τώρα αποκαθίστανται χάρη στον τουρισμό. Αξίζει να πάτε, πριν ο τουρισμός από την αποκατάσταση οδηγήσει στην αλλοίωση…
Από τον Πραστό, πήραμε τον ανήφορο με κατεύθυνση νότια, προς Αγ. Βασίλειο και Κοσμά. Δασικός χωματόδρομος, μάλλον πετρώδης, χωρίς λάσπες και προβλήματα βατότητας. Γρήγορα μπαίνεις σε πανέμορφο, πυκνό δάσος από έλατα και ρόμπολα. Όμως αυτό που πραγματικά σε μαγεύει είναι η θέα. Όλος ο Αργολικός κόλπος και το Μυρτώο Πέλαγος είναι στα πόδια σου.
Ξεκίνησαν οι φωτογραφίσεις, κι όταν ξεκινάει ο Θανάσης, ο χρόνος περνάει σε άλλη διάσταση, fast forward. «Πάμε άλλη μία», «ακόμα δυο περάσματα», «λίγο πιο γρήγορα», τα γνωστά… Όμως δεν ήταν η καθυστέρηση το πρόβλημά μας, ήταν κάτι άλλο, που πρέπει να προσέχετε κι εσείς: Όσο αυξάνεται η ταχύτητα, αυξάνεται και το ρίσκο με τα λάστιχα. Οι πέτρες, που κανονικά αποφεύγεις, γίνονται πιο επικίνδυνες.
Μια τέτοια πέτρα έσκισε το μάγουλο στο εμπρός δεξί λάστιχο του Australe. Παρόλο που ο Μιχάλης ορκιζόταν ότι «ήταν σε ευθεία». Ευτυχώς, για τέτοια συμβάντα υπάρχει ο Λάσδας. Εγγύηση!
Έβγαλε τα μαγικά τσαντάκια του, μπάλωσε την τρύπα με βύσμα για tubeless και κόλλα νεοπρενίου, φούσκωσε το λάστιχο με το ηλεκτρικό του κομπρεσεράκι και το Renault ξαναέγινε μάχιμο – τουλάχιστον για την ώρα. Κι εμείς γίναμε διπλά προσεκτικοί για τη συνέχεια…
Συνεχίσαμε μέσα στο δάσος. Όλος σχεδόν ο Πάρνωνας είναι καλυμμένος με δάση, πολλά από τα οποία είναι καταφύγια άγριας ζωής. Μια ένδειξη ήταν το τσακάλι που πέρασε δίπλα μας.
Ήμασταν ήδη σε μεγάλο υψόμετρο όταν στρίψαμε δεξιά, προς το πυροφυλάκιο του Αγ. Βασιλείου. Ο δρόμος πιο στενός και ανηφορικός, πιο δύσβατος. Σπρώξαμε κι ένα δυο πεσμένους κορμούς στον γκρεμό για να περάσουμε.
Ανεβήκαμε κι άλλο, σχεδόν φτάσαμε στην αλπική ζώνη όταν είδαμε το φυλάκιο στην κορυφή αριστερά μας. Η θέα από εκεί κόβει την ανάσα, φαίνεται η μισή Πελοπόννησος. Κι αν δεν σου κοπεί η ανάσα από αυτό, θα σου κοπεί από το κρύο.
Εμείς ήμασταν τυχεροί, στην Αθήνα είχε 28 βαθμούς κι εδώ 12. Κοιτάξαμε το υψόμετρο στο κινητό, έδειχνε 1.762 μέτρα.
Κατηφορίσαμε για Αγ. Βασίλειο. Μπαίνοντας στο χωριό, μπαίνεις και στην άσφαλτο. Μια άσφαλτο «παλαιού τύπου», στενή, όλο στροφές, λακκούβες και πέτρες από κατολισθήσεις. Έτσι, για να μη χαλαρώσει η προσοχή μας ύστερα από τα κάπου 30 χιλιόμετρα που είχαμε κάνει σε χωματόδρομο.
Σουρούπωνε όταν φτάσαμε στο Παλαιοχώρι. Ερημιά. Απρίλης, βλέπετε, και η περιοχή δεν είναι μέσα στον τουριστικό άξονα. Παρκάραμε, λοιπόν, άνετα δίπλα στην κεντρική πλατεία, όπου ο Λάσδας είχε κλείσει τραπέζι στην ταβέρνα «Ο Μπάμπης».
Το αναφέρουμε διότι δεν είναι πολλά τα μέρη όπου σχεδόν ό,τι σου φέρνουν είναι τοπικό. Τα κρέατα, και όχι μόνο, τα παράγει ο ίδιος ο εστιάτορας, ο Γιώργος, και ό,τι δεν είναι δικό του το παίρνει από την περιοχή, όχι από σουπερμάρκετ.
Στην ταβέρνα μάς περίμεναν από τις πέντε αλλά, με τις φωτογραφίσεις, φτάσαμε νύχτα. Οπότε, ακόμα κι αν το φαγητό δεν ήταν τόσο καλό, θα τρώγαμε σαν λύκοι. Τι να σου κάνουν τα πατατάκια και τα μπισκότα, τόσες ώρες.
Δεν ήπιαμε όμως, αφού είχαμε ακόμα κάποια, ασφάλτινα μεν αλλά όχι εύκολα, χιλιόμετρα μέχρι το ξενοδοχείο στον Κοσμά. Που δεν απαντούσε μάλιστα στο τηλέφωνο. Τελικά, η ξενοδόχος ξύπνησε κι έτσι δεν βγάλαμε τη νύχτα στα αυτοκίνητα…
Απ’ το καστανόδασος, στην Καστάνιτσα
Ανοίγοντας το παράθυρο του δωματίου το πρωί, είδαμε μουντάδα. Λες να είναι η βροχή που προέβλεπαν τα δελτία; Όχι, αφρικάνικη σκόνη. Πυκνή και αποπνικτική. Τουλάχιστον δεν έκανε κρύο, παρά τα 1.130 μέτρα υψόμετρο. Έτσι πήραμε πρωινό στο ύπαιθρο, στην πλατεία με τα θεόρατα πλατάνια (140 ετών τα υπολόγισε ο Λάσδας και κέρδισε το σχετικό στοίχημα).
Ο Κοσμάς κι αυτός ήσυχος, χωρίς τις συνήθεις ορδές των πιστών με τα πούλμαν που πάνε για προσκύνημα στη Μονή Ελώνης. Εμείς δεν πήγαμε στο θεαματικό, κρεμασμένο στο κενό μοναστήρι, αλλά ξεκινήσαμε για ένα άλλο αξιοθέατο. Μόλις έξω από τον Κοσμά βρίσκεται το καστανόδασος, ίσως το μεγαλύτερο στην Ελλάδα. Για να το διασχίσεις, κάνεις εννέα χιλιόμετρα. Σε έναν πολύ ενδιαφέροντα χωματόδρομο, όλο στροφές και χωρίς πέτρες.
Οι πιο βενζινοαίματοι της παρέας αποφάνθηκαν ότι θα ήταν ιδανική διαδρομή για το Ράλι Ακρόπολις. Όμως οι πιο εχέφρονες σύστησαν αυτοσυγκράτηση για το ενδεχόμενο να έρχεται αντίθετα κάποιο αγροτικό – που όντως ήρθε. Άλλωστε, το σκηνικό ήταν ιδανικό για την ομαδική φωτογράφιση των αυτοκινήτων. Τα στήσαμε κάτω από τις αιωνόβιες, καταπράσινες καστανιές, που μόλις είχαν αρχίσει να φυλλώνουν, και μετά συνεχίσαμε τον κατήφορο προς Κουνουπιά.
Κατηφορίζοντας, το καστανόδασος τελειώνει και το τοπίο γίνεται ρουμάνια και βοσκοτόπια. Ακούς παντού κουδούνια και βλέπεις κοπάδια από γίδια. Ο δρόμος φαρδαίνει, αλλά γίνεται πετρώδης. Προσοχή στα λάστιχα, ειδικά του Renault, αφού το επισκευασμένο είχε αρχίσει να χάνει ξανά αέρα.
Φτάνοντας στην άσφαλτο, δεν κάναμε δεξιά για Κουνουπιά, αλλά αριστερά και ξαναμπήκαμε μετά από λίγο σε χώμα για να κόψουμε δρόμο, παρακάμπτοντας τα Πελετά, ώστε να φτάσουμε πιο γρήγορα στο Πυργούδι.
Μη νομίζετε πως πρόκειται για κανένα κεφαλοχώρι, πέντε σπίτια είναι όλα κι όλα, με μοναδική όμως θέα. Κάτω από τα πόδια σου τα Πούληθρα και η Πλάκα Λεωνιδίου, εμπρός σου απλώνεται το Μυρτώο και απέναντι οι Σπέτσες και η Ερμιονίδα. Κι ο δρόμος που κατεβαίνει την απότομη πλαγιά, ένα ατελείωτο στροφιλίκι, ιδανικό κι αυτό για Ακρόπολις, αλλά ασφάλτινο αυτή τη φορά. Για να τρέξεις εδώ θέλεις ψυχή –και φρένα.
Κατηφορίσαμε μέσα από τους ανθισμένους κότινους, φτάσαμε στην παραλία και συνεχίσαμε για Λεωνίδιο. Εκεί, ένας γνωστός του Λάσδα (υπάρχουν παντού στον κόσμο) μας είχε συστήσει τηλεφωνικώς ένα βουλκανιζατέρ για το επίμαχο λάστιχο. Το οποίο μπαλώθηκε δεόντως εσωτερικά, ενώ οι υπόλοιποι φωτογράφιζαν μέσα στο Λεωνίδιο.
Το λάστιχο έπρεπε οπωσδήποτε να φτιαχτεί, διότι το Trophy δεν είχε τελειώσει ακόμα. Πήραμε τον κεντρικό επαρχιακό προς Κοσμά και Σπάρτη, και πριν την Έλωνα στρίψαμε δεξιά, ακολουθώντας το εντυπωσιακό φαράγγι του ρέματος Δαφνίων. Ο δρόμος στρίβει και ξεστρίβει μέχρι να φτάσεις στο Παλαιοχώρι, όπου κλείσαμε κύκλο. Μετά ξαναπήραμε την άσφαλτο για Αγ. Βασίλειο και τον γνωστό μας πλέον δασικό προς Πραστό.
Πριν από τον Πραστό, κόψαμε αριστερά με κατεύθυνση την άσφαλτο από Βαμβακού προς Καστάνιτσα. Πάλι μέσα από υπέροχα δάση και –υποθέτω– με υπέροχή θέα. Μόνο που δεν βλέπαμε τίποτε, αφού τα πάντα σκεπάζονταν από ένα πυκνό πέπλο αφρικάνικης σκόνης.
Τα έλατα που πρόβαλλαν μέσα από την αχλή θύμιζαν Σκωτία, μόνο που η «ομίχλη» έφερνε εδώ προς το πορτοκαλί. Και φυσούσε ένας δαιμονισμένος νοτιάς, που είχε όμως και την καλή του πλευρά καθώς έπαιρνε τη σκόνη που σήκωναν τα μπροστινά σου αυτοκίνητα.
Φτάσαμε στην άσφαλτο, παρακάμψαμε την Καστάνιτσα αφού δεν είχαμε πια χρόνο, κατεβήκαμε στον Αγ. Ανδρέα και από εκεί πήραμε τη δημοσιά για Άργος. Περιμένοντας κάθε τόσο τον Κουτσουφλάκη, διότι ο εγκέφαλος του Arona είχε διαγνώσει κάποιο υποθετικό πρόβλημα στο ηλεκτρονικό γκάζι και είχε βάλει τον κινητήρα σε safe mode, περιορίζοντας τις στροφές στις 2.050. Έπρεπε να δείτε τον Γιάννη να μπαίνει σε όλες τις στροφές αφρενάριστος, για να μη χάνει φόρα…
Το πρόβλημα τελικά λύθηκε μόνο του. Και ξέρετε πώς; Με σουβλάκια! Τα οποία φάγαμε εμείς, σταματώντας (παραδοσιακά) στους Μύλους Λέρνης. Όταν ξεκινήσαμε ξανά, το Arona δούλευε ρολόι και η καρδιά όλων πήγε στον τόπο της αφού δεν θα ήμασταν αναγκασμένοι να πηγαίνουμε με 90 στην εθνική…
Φτάσαμε στα γραφεία, στην Αθήνα, μεσάνυχτα. Ένα ακόμη DRIVE Trophy είχε ολοκληρωθεί. Το 20ό τόσο, μη με ρωτάτε, εδώ και χρόνια έχω χάσει το μέτρημα.
Το σημαντικό είναι ότι ολοκληρώθηκε χωρίς σχεδόν κανένα παρατράγουδο (ένα μόνο λάστιχο, στα 32). Αναμενόμενο, θα πείτε, αφού φέτος το Trophy ήταν (ακόμα) πιο «εκδρομικό».
Σύμφωνοι, αλλά είπαμε: Τα σημερινά crossover/SUV δεν είναι για «extreme adventure», όσο της μόδας κι αν είναι ο όρος. Για εκδρομές όμως στα βουνά, που είναι και το ζητούμενο, διαπιστώσαμε ότι είναι μια χαρά.
Λίγες ώρες υπομονή ακόμη. Και θα βγάλουμε στον αέρα τα επιμέρους θέματα με ένα 4πλό «συγκριτικό» βουνού με C-SUV, μια κινεζική κατασκευάστρια, την MG Motor, που κάνει πρεμιέρα στο DRIVE Trophy, το Subaru Crosstrek για guest star κι ένα διπλό «συγκριτικό» στα B-SUV.
Άντε, του χρόνου και με ηλεκτρικά!