Υπήρξε μια εποχή που η Mercedes-Benz B-Class ήταν σχεδόν το μοναδικό premium κόμπακτ MPV. Τα πράγματα άλλαξαν το 2014, όταν η δεύτερη γενιά έφτασε στη μέση της ζωής της. Η Β-Class, η οποία είχε εν τω μεταξύ πουλήσει περισσότερα από 1,5 εκατομμύρια αυτοκίνητα, χρειάστηκε να αναμετρηθεί με την 2 Series Active Tourer και Gran Tourer. Οι δύο BMW ποντάριζαν σε νέες οικογένειες και αυτό αναμφισβήτητα ήταν αιτία ενόχλησης για τη Mercedes-Benz, η οποία επί σειρά ετών είχε καταβάλλει πολλές προσπάθειες για να προσκαλέσει στις τάξεις της μια πιο νεαρή πελατεία.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η τρίτη γενιά της B-Class έχει υιοθετήσει μια πολύ πιο δυναμική εμφάνιση, χωρίς να αλλάζει κατηγορία -όπως έκανε η A-Class. Παραμένει λοιπόν ένα MPV, την ίδια στιγμή που οι περισσότεροι κατασκευαστές αντικαθιστούν σήμερα αυτόν τον τύπο αυτοκινήτου με SUV. Από την άλλη πλευρά, η Στουτγάρδη δεν προέβλεψε μια 7θέσια έκδοση που θα μπορούσε να κόψει την τύχη της 2 Series Gran Tourer. Ίσως διότι οσονούπω η BMW θα την καταργήσει –μαζί και τη μικρότερη αδελφή της. Ωστόσο, εκεί στη Στουτγάρδη ανέφεραν ότι η επόμενη γενιά της GLA θα είναι διαθέσιμη και 7θέσια. Με άλλα λόγια ψάχνεις για SUV κι αυτό το παίζει MPV!
Η B-Class βασίζεται στην ίδια (νέα) πλατφόρμα με την Α -Class. Και όχι μόνο, καθώς οι δύο τους έχουν πανομοιότυπα μεταξόνιο, μετατρόχια, μήκος και πλάτος. Λογικά, ως MPV, η B-Class είναι σημαντικά ψηλότερη (+12,2 cm), ενώ σε σύγκριση με την προηγούμενη γενιά, μεγάλωσε ελαφρά σε όλες τις κατευθύνσεις, εκτός από το ύψος, όπου έχασε 4 mm.
Στο εμπρός μέρος, η B-Class παραμένει πιστή στα γόνατα μακφέρσον, εκτός από ορισμένα στοιχεία που είναι πλέον αλουμινένια για να περιορίσουν το μη αναρτώμενο βάρος. Στο πίσω μέρος, οι λιγότερο ισχυρές B-Class αρκούνται σε ένα απλό ημιάκαμπτο άξονα.
Οι πιο ισχυρές εκδόσεις, όπως και η 200 d, αλλάζουν σε άξονα πολλαπλών συνδέσμων εάν επιλέξεις έξτρα ρυθμιζόμενα αμορτισέρ (€1.290 πακέτο με παραμετρικό τιμόνι Direct Steering) ή χαμηλωμένη ανάρτηση (€378) ή ζάντες από 18” και πάνω. Έξτρα που κανένα από αυτά δεν φορούσε το αυτοκίνητό μας. Εδώ να σημειώσουμε ότι οι στάνταρ ζάντες είναι 16”, το αυτοκίνητό μας φορούσε έξτρα 17άρες, ενώ υπάρχουν διαθέσιμες τόσο σε 18” όσο και σε AMG των 19”.
H πλειονότητα των νέων μοντέλων είναι εξοπλισμένα με ηλεκτρική υποβοήθηση στο τιμόνι και η B-Class δεν αποτελεί εξαίρεση. Αυτό της επιτρέπει, εάν υπάρχει αυτόματο σύστημα παρκαρίσματος να το κάνει μόνη της, εκτελώντας αυτόματα τις απαραίτητες διορθώσεις πορείας. Το σύστημα διεύθυνσης μπορεί επίσης να επωφεληθεί από παραμετρικό γρανάζωμα (Direct Steering), αλλά μόνο με το χαμηλό σασί ή τα προσαρμοζόμενα αμορτισέρ που, όπως είπαμε, δεν είχε το αυτοκίνητό μας.
Με 3,1 στροφές από τέρμα σε τέρμα (2,6 με το Direct Steering), το τιμόνι της 200 d δεν είναι ιδιαίτερα άμεσο. Κάτι που όμως δεν της το χρεώνουμε ως μειονέκτημα λόγω του οικογενειακού προσανατολισμού της. Κατά τα λοιπά, το τιμόνι δεν ιδιαίτερα επικοινωνιακό, αλλά αποδεικνύεται αρκετά ακριβές, περιλαμβανομένου του σημείου «0» και με υψηλή ταχύτητα. Αν και το μεταξόνιο αυξήθηκε σε σύγκριση με την προηγούμενη γενιά (της δεύτερης ήταν κοντύτερο από εκείνο της πρώτης!), η διάμετρος στροφής παραμένει αμετάβλητη, στα 11 m.
Πίσω, η B-Class χρησιμοποιεί απλούς δίσκους ενώ εμπρός είναι αεριζόμενοι δίσκοι, ενώ από τη 220 d και πάνω είναι και διάτρητοι -αν επιλέξεις το εξωτερικό πακέτο AMG Line. Το φρένα ικανοποιούν τόσο με την αίσθηση του πεντάλ όσο με τη δύναμη και αντοχή τους. Δίνοντας αριθμούς σε αυτή την απόδοση να πούμε ότι χρειάζονται 39 m και 48,1 m για την ακινητοποίηση από τα 100 και 110 km/h αντίστοιχα. Επιδόσεις που είναι παραπλήσιες με αυτές της μοναδικής ανταγωνίστριας BMW 218d Active Tourer με 39,2 και 47,4 m αντίστοιχα.
Το AEB αποτελεί μέρος του βασικού εξοπλισμού, όπως και η ενεργή διατήρηση λωρίδας. Η τελευταία παράγει μια ώθηση προς το εσωτερικό της λωρίδας όταν το αυτοκίνητο παρεκκλίνει χωρίς φλας. Αλλά επίσης φρενάρει αυτόματα το αυτοκίνητο όταν πλησιάσει πολύ κοντά σε συνεχή λευκή διαγράμμιση ή όταν θέλεις να αλλάξεις λωρίδα, αλλά αυτή καταλαμβάνεται από άλλο χρήστη.
Αυτή η τελευταία λειτουργία δεν μας έπεισε για την ορθή λειτουργία της: Το φρενάρισμα είναι αρκετά βίαιο, ενοχλητικό για τον οδηγό, χώρια που μπορεί να καταλάβει εξ απήνης τους οδηγούς που ακολουθούν. Κατά τα λοιπά, το φρενάρισμα μπορεί επίσης να εφοδιαστεί με ρυθμιστή απόστασης DISTRONIC (€781) που αποτελεί όμως και μέρος του Πακέτου Driving Assistance (+PRE-SAFE) που στοιχίζει €1.966.
Κάτω από το καπό
Ενώ οι βενζινοκίνητες 1.300άρες B 180 και Β 200 και η 1.500άρα ντίζελ B 180 d φορούν μοτέρ καταγωγής Renault -κοινοπραξία Renault και Mercedes-Benz, τέλος πάντων, οι 4κύλινδρες δίλιτρες 200 d (150 PS και 320 Nm) και 220 d (190 PS και 400 Nm) φορούν κινητήρες καταγωγής Mercedes-Benz. Αυτός ο ντίζελ των 1.950 cc είναι γνωστός μας ήδη από το 2016, όταν ντεμπουτάρισε στην E-Class. Πριν μπει κάτω από το καπό των A-Class και B-Class όμως, υπέστη σημαντικές τροποποιήσεις.
Έτσι, η επεξεργασία των καυσαερίων βελτιώθηκε, με μια μεγάλη δόση AdBlue να εγχέεται με την ξαφνική αλλαγής θερμοκρασίας στο σύστημα της εξάτμισης. Όταν οδηγούμε με υψηλές στροφές ύστερα από ένα κόλλημα στην κίνηση, για παράδειγμα, τοξική αμμωνία μπορεί να απελευθερωθεί στο πίσω μέρος του καταλύτη SCR που βρίσκεται κοντά στον κινητήρα. Προβλέφθηκε λοιπόν ένας δεύτερος καταλύτης SCR, πιο κάτω στο σύστημα της εξάτμισης που ονομάζεται καταλύτης ASC (Ammonia Slip Catalyst), έτσι ώστε να εξουδετερωθεί οποιαδήποτε υπόλοιπο αμμωνίας.
Επιπλέον, ο κινητήρας είναι φυσικά εφοδιασμένος με οξειδωτικό καταλύτη (ο οποίος εμποδίζει την απελευθέρωση μονοξειδίου του άνθρακα και άκαυστων υδρογονανθράκων), φίλτρο σωματιδίων και βαλβίδα EGR (εξοπλισμένη με συσκευή ψύξης) που υποστηρίζει την επανακυκλοφορία των καυσαερίων στον κινητήρα. Το αποτέλεσμα είναι το δίλιτρο μοτέρ των 200 d και 220 d να τις καθιστά από τα καθαρότερα ντίζελ σήμερα. Σε αντίθεση με άλλους κινητήρες της γκάμας (που συμμορφώνονται με το πρότυπο Euro 6d Temp), αυτός συμμορφώνεται ήδη με το πρότυπο Euro 6d, το οποίο δεν θα τεθεί σε εφαρμογή παρά μόνο από το επόμενο έτος και για νέα μοντέλα.
Διπλός συμπλέκτης αντί μετατροπέα ροπής
Μια άλλη διαφορά μεταξύ των «μεγάλων» Mercedes-Benz είναι ότι αυτό το δίλιτρο μοτέρ συνδυάστηκε στάνταρ με διπλοσύμπλεκτο 8άρι σασμάν και όχι με το κλασικό αυτόματο 9άρι κιβώτιο 9G-TRONIC με τον μετατροπέα ροπής. Το 8G-DCT εξελίχτηκε από ίδια την Mercedes-Benz, σε αντίθεση με το 7G-DCT των B 180 d και Β 180, το οποίο προέρχεται από την Getrag.
Αυτό πιθανότατα εξηγεί γιατί η μετάδοση φαίνεται να έχει πολύ λιγότερες δυσκολίες στην εξασφάλιση ομαλής εκκίνησης, ένα δυσάρεστο φαινόμενο που συναντήσαμε στις Α-Class με το σασμάν 7G-DCT. Εάν κάποιος όμως θέλει μια B-Class με κλασικό κιβώτιο, υπάρχουν για να επιλέξει οι βενζινοκίνητες Β 180 ή Β 200, οι μόνες διαθέσιμες B-Class με χειροκίνητο σασμάν έξι σχέσεων.
Η B 200 d πετυχαίνει μια καλή ισορροπία μεταξύ άνεσης και κρατήματος, αλλά μην περιμένετε τη μεταξωτή αίσθηση μιας μεγάλης Mercedes-Benz. Τουλάχιστον αυτό αποκομίσαμε από το αυτοκίνητο μας με τις 17άρες και χωρίς προσαρμοζόμενα αμορτισέρ. Έτσι, το φιλτράρισμα των μικρών ανισομερειών, όπως τα εγκάρσια «χαρακώματα», οι συνδέσεις στις γέφυρες ή η σκοροφαγωμένη άσφαλτος γίνονται αντιληπτά, χωρίς ωστόσο να παίρνουν δραματικές διαστάσεις... Οπότε εικάζουμε ότι με τις 18άρες και τις 19άρες τα πράγματα θα αρχίζουν να γίνονται ενοχλητικά.
Για τα υπόλοιπα, όπως και στην Α-Class, η Mercedes-Benz έχει καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες για να βελτιώσει την άνεση των επιβατών κυνηγώντας τους αεροδυναμικούς θορύβους, μέσω της χρήσης νέων αρθρώσεων μεταξύ των διαφόρων στοιχείων του αμαξώματος και την ανατοποθέτηση των πλευρικών καθρεφτών. Όσο για τον ήχο του δίλιτρου μοτέρ, σαφώς λιγότερο «αγροτικού» από τον παλιό 2,1, αυτός συμβάλλει επίσης στην ευημερία της καμπίνας, ειδικά όταν έχει φτάσει στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας.
Αλλά η B-Class έχει να επιδείξει και άλλες ποιότητες όσον αφορά την άνεση. Για να ξεκινήσουμε, η φορτηγίσια θέση οδήγησης της πρώτης και λιγότερο της δεύτερης γενιάς δεν είναι παρά μια μακρινή ανάμνηση και αυτή του νέου μοντέλου βρίσκεται πολύ κοντά σε μιας συμβατικής μπερλίνας. Όμως οι θιασώτες της θέσης «καβάλα» των SUV και MPV ας μην ανησυχούν.
Ο οδηγός κάθεται εννιά πόντους ψηλότερα απ’ ό,τι στην Α-Class, κάτι που διευκολύνει τόσο την πρόσβαση όσο και ενισχύει την περιφερειακή ορατότητα. Για να διαλέξεις κάθισμα υπάρχουν διάφοροι τύποι εκτός από τα στάνταρ: Comfort (αλλά χωρίς ηλεκτρικές ρυθμίσεις), ενεργά καθίσματα Multicontour (με φουσκωτά «μαξιλάρια») και Sport, με δυνατότητα θέρμανσης (κάθισμα και πλάτη), κλιματιζόμενα και με μασάζ.
Φίνα στην καμπίνα
Παρά τις ελαφρώς διαφορετικές αναλογίες, η B-Class παραμένει ένα MPV που προσφέρει αρκετό χώρο για τους επιβάτες και προσφέρει άφθονους βοηθητικούς χώρους, ειδικά στις αυτόματες εκδόσεις. Από άποψη πολυχρηστικότητας, παραμένει σχετικά παραδοσιακή, αρκούμενη σε έναν απλό αναδιπλούμενο πίσω κάθισμα σε τρία μέρη (40:20:40), με το κεντρικό τμήμα να στεγάζει το κεντρικό υποβραχιόνιο με δύο ενσωματωμένες ποτηροθήκες.
Αργότερα θα είναι διαθέσιμη και με συρόμενο κάθισμα που όμως να αναδιπλώνεται σε δύο μέρη.
Το ότι έχουμε να κάνουμε με MPV, θεωρούμε παράλειψη την απουσία τραπεζιών στην πλάτη των εμπρός καθισμάτων. Το πάτωμα του πορτμπαγκάζ που ρυθμίζεται σε ύψος, προκειμένου να απαλείψει το κατώφλι μεταξύ αυτού και των αναδιπλωμένων καθισμάτων, των οποίων όμως το έδρανο είναι σταθερό. Εξ ου και το πορτμπαγκάζ δεν γίνεται ποτέ φλατ -για ελάχιστο είναι αλήθεια.
Η ηλεκτρική λειτουργία της πόρτας του πορτμπαγκάζ είναι στάνταρ, αλλά για το άνοιγμά της με το πέρασμα του ποδιού κάτω από τον προφυλακτήρα θα χρειαστεί να πληρώσετε 976 ευρώ (περιλαμβάνεται και το KEYLESS GO). Στάνταρ ακόμη στο χώρο αποσκευών είναι μια 12βολτη πρίζα, δίχτυ συγκράτησης αριστερά δεξιά, χαλί διπλής όψης και διαχωριστικό χώρου αποσκευών και επιβατών.
Κορυφαία διάδραση
Ύστερα από την A-Class, είναι η σειρά της Β-Class να χρησιμοποιήσει το interface «Mercedes-Benz User Experience», συντομογραφικά MBUX. Και εδώ, μπορείς να πεις «Hey Mercedes-Benz» ή απλώς «Mercedes-Benz», έτσι ώστε το σύστημα να σε ρωτήσει «Τι μπορώ να κάνω για σας;». Στη συνέχεια, μπορείς να χρησιμοποιήσεις όλα τα είδη φωνητικών εντολών ή ακόμα και να κάνεις ερωτήσεις.
Μόλις το συνηθίσεις, το MBUX φαίνεται να προσφέρει σχεδόν απεριόριστες (online) δυνατότητες που θα έπαιρνε ατελείωτο χώρο και για να παρουσιαστούν εδώ –και χρόνο για να τις γράψουμε. Στα αγγλικά βέβαια, καθώς στο μενού υπάρχουν διάφορες γλώσσες (μέχρι και τσεχικά, αλλά όχι ελληνικά).
Η αναφορά μας ισχύει και για τους τρόπους ελέγχου όλων των παραπάνω: Κεντρική οθόνη αφής, φωνητικές εντολές, touchpad στην κεντρική κονσόλα ή μέσω των πρακτικών κουμπιών στο τιμόνι. Προς το παρόν, είναι ό,τι καλύτερο έχουμε δει στη συνδεσιμότητα, μιας και ο οδηγός είναι αυτός που κατέχει την προνομιακή θέση.
Η αντιστοίχιση του smartphone με το σύστημα δεν παρουσιάζει καμία δυσκολία, αλλά για να απολαύσεις το Apple CarPlay ή το Android Auto θα πρέπει να δώσεις έξτρα τουλάχιστον €391 ή να το πάρεις μέσω κάποιου πακέτου. To ίδιο και για την πλοήγηση που μπορεί να έχει μια πολύ πρακτική λειτουργία επαυξημένης εικονικής πραγματικότητας έναντι €325.
Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία πελάτες ενδέχεται να γουρλώσουν τα μάτια μπαίνοντας για πρώτη φορά στο αυτοκίνητο. Όπως στην Α-Class, υπάρχουν δύο ψηφιακές, εξατομικεύσιμες οθόνες στο ταμπλό (στάνταρ 7άρες ή έξτρα 10,25”.
Και η κεντρική κονσόλα φιλοξενεί πλέον touchpad με απτική ανατροφοδότηση. Ορισμένοι μπορεί να έβρισκαν το παλιό περιστροφικό χειριστήριο πιο πρακτικό, τουλάχιστον αρχικά, αλλά το touchpad το συνηθίζεις γρήγορα.
Επιπλέον, η κεντρική οθόνη είναι τύπου αφής και έτσι επιτρέπει τον έλεγχο διαφόρων λειτουργιών, εκτός εάν προτιμάς τις φωνητικές εντολές. Όσον αφορά τα κουμπιά αφής στο τιμόνι, μόλις τα συνηθίσεις, μπορείς να τα χρησιμοποιείς για να ελέγξεις τόσο τα όργανα όσο και την κεντρική οθόνη.
Το αυτοκίνητό μας ήταν εξοπλισμένο με Media Display (οθόνες 10,25”), που προσφέρει εξαιρετική ανάλυση και είναι πολύ ευανάγνωστο. Μειονέκτημα είναι το γεγονός ότι στην κάτω αριστερή γωνία του κεντρικού τμήματος, ορισμένες πληροφορίες αποκρύπτονται από το τιμόνι -ουσιαστικά ο έλεγχος θερμοκρασίας της αριστερής ζώνης.
Για τα υπόλοιπα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το μοντέρνο εσωτερικό της νέας B-Class έχει αρκετές θύρες USB περιλαμβανομένου και του πίσω μέρους, αλλά όλες τους είναι τύπου C (αρκετά πρόσφατο), ο οποίος συχνά απαιτεί τη χρήση αντάπτορα για να φορτίσεις smartphone ή τάμπλετ.
Από την καμπίνα στο δρόμο
Η B-Class ελέγχει τις κινήσεις του αμαξώματος πολύ καλά, γεγονός που συμβάλλει στην ακρίβεια της οδικής συμπεριφοράς. Σύννομη με την αποστολή της, είναι πιο ασφαλής και καθησυχαστική από παιχνιδιάρικη, κάτι που όμως δεν σημαίνει ότι είναι βαρετή στην οδήγηση. Υπό μεγάλη πίεση, αυτή η B 200 d είναι λογικά υποστροφική, και πιθανώς λίγο περισσότερο απ’ ό,τι θα θέλαμε. Φανταζόμαστε πως με το πιο ελαφρύ 1.300άρι μοτέρ, ο εμπρός άξονας θα είναι πολύ λιγότερο φορτισμένος, άρα και λιγότερο υποστροφικό το αυτοκίνητο. Από την άλλη πλευρά, κανένα παράπονο από την ελκτική πρόσφυση παρά τη μεγάλη ροπή.
Η B 200 d που δοκιμάσαμε είχε ήδη 2.700 km στο οδόμετρο, οπότε και τα νούμερα επιδόσεων είναι αντιπροσωπευτικά των δυνατοτήτων του αυτοκινήτου. Στις μετρήσεις καταφέραμε και πιάσαμε τα 8,3” στα 0-100 km/h που επικαλείται ο κατασκευαστής, επιδεικνύοντας ανάλογο δυναμισμό και στις ρεπρίζ, πάντα υπό την προϋπόθεση πως έχουμε να κάνουμε με έναν οικογενειακό ανθρωπομεταφορέα.
Όσον αφορά την εδώ αντιπαράθεσή της με την 218d Active Tourer οι μετρήσεις τους δεν είναι συγκρίσιμες, καθώς η BMW που έχουμε δοκιμάσει είναι χειροκίνητη. Αν αυτό αποτελεί μια βάση σύγκρισης, απλώς παραθέτουμε την μέτρηση 60-160 km/h όπου η Β 200 d γράφει 16,4” και η BMW 19,5”.
Στο πλαίσιο αυτό, παρατηρήσαμε ότι το 8G-DCT στη ρύθμιση Dynamic αλλάζει σχέση αποφασιστικά αλλά ποτέ απότομα και κάνει ένα μικρό «άλμα» με το πέρασμα στη μεγαλύτερη. Κάτι που λέει πως σε αυτή τη ρύθμιση το κιβώτιο κάνει το μοτέρ να γυρίζει αρκετά ψηλά χωρίς να είναι πραγματικά χρήσιμο...
Η αεροδυναμική στην υπηρεσία της αποδοτικότητας
Η Mercedes-Benz ανακοινώνει ότι η νέα B-Class είναι πιο αεροδυναμική από ποτέ, γεγονός που φυσικά επηρεάζει την κατανάλωση. Στην πραγματικότητα, το Cd των 0,24 είναι εξαιρετικό για ένα αυτοκίνητο αυτού του είδους. Πρέπει να σημειωθεί ωστόσο ότι το ποσοστό αυτό ισχύει μόνο για την ευνοϊκότερη περίπτωση: Εκείνη όπου ο πελάτης έχει αγοράσει έξτρα το «διάσημο» Airpanel, μια επιλογή που αποτελείται από περσίδες με ελεγχόμενο άνοιγμα στη γρίλια, οι οποίες ανοίγουν μόνο όταν το απαιτήσει η θερμοκρασία του μοτέρ.
Κλειστές, βοηθούν τα μέγιστα το αυτοκίνητο να «σκίζει» τον αέρα. Ωστόσο, αυτή η επιλογή δεν είναι διαθέσιμη στην B 200 d, κάτι που σημαίνει ότι το Cx 0,24 δεν αφορά αυτήν την έκδοση. Ανεξάρτητα από αυτό, η Στουτγάρδη έχει κάνει ακόμα πολλά βήματα για να δώσει σε αυτό το κόμπακτ MPV τη δυνατόν καλύτερη αεροδυναμική απόδοση με πλήρως εξομαλυμένο το πάτωμα του αυτοκινήτου και προσεκτικά τοποθετημένη την πτέρυγα.
Στην πράξη, η B 200 d είναι ικανή να πετύχει κορυφαία νούμερα, καθώς είδαμε μέση ακόμα και κάτω από 5lt/100 km πολύ κοντά στη μέση κατανάλωση NEDC που αξιώνεται από τη Mercedes-Benz. Στο σύνολο της δοκιμής, το αυτοκίνητο έκαψε κατά μέσο όρο 6,5 lt/100, νούμερο που ασφαλώς δεν είναι κακό αποτέλεσμα, αλλά δεν είναι και εξαιρετικό. Ιδίως που, με ρεζερβουάρ 43 lt (μόνο η 220 d έχει 51 lt), η συνολική αυτονομία είναι μόνο 660 km.
Η πιο φθηνή από τις B-Class είναι η βενζινοκίνητη που, με 1.300άρι μοτέρ και χειροκίνητο σασμάν κοστίζει 28.315 ευρώ. Τη στιγμή που η 200 d ξεκινά -λόγω του διαστροφικού ελληνικού φορολογικού συστήματος- από τις €42.127 αλλά με διπλοσύμπλεκτο 8άρι κιβώτιο. Σε αυτή την τιμή θα πρέπει να αρκεστείς σε 16άρες ζάντες (αλουμινίου, πάντως) και πλαστικούς πλευρικούς καθρέφτες. Όσον αφορά την αναμέτρηση με τους αντιπάλους της, το μόνο άλλο premium MPV, η πιο παλιά BMW 218d Active Tourer με αυτόματο Steptronic κοστίζει €487 λιγότερα.
Από τον βασικό στα έξτρα
Το τιμόνι με τις πολλαπλές λειτουργίες, το infotainment MBUX (με τις οθόνες του μικρότερου φορμά), τα αυτόματα φώτα και οι υαλοκαθαριστήρες, ο αυτόματος κλιματισμός (μιας ζώνης), το ανακλινόμενο πίσω κάθισμα σε τρία μέρη και το κεντρικό υποβραχιόνιο, ο ρυθμιστής ταχύτητας και το στάρτερ για το μοτέρ είναι βασικά κομμάτια σε όλες τις B-Class. Κατά παράδοση και στα θέματα ασφαλείας είναι πλήρες το αυτοκίνητο. Η Mercedes-Benz προσφέρει τρία προνομιακά πακέτα εξοπλισμού (Advantage, Premium και Premium Plus), τα οποία συνδυάζονται με μια πολυπληθή γκάμα εσωτερικών και εξωτερικών τριμ: Style, AMG, Progressive, Style Line, Progressive Line I και ΙΙ, AMG Line...
Αλλά είναι δυνατόν να εξατομικεύσεις τo αυτοκίνητό σου στην παραμικρή λεπτομέρεια μέσω ξεχωριστών επιλογών. Ωστόσο, προσοχή! Ορισμένα έξτρα είναι διαθέσιμα μόνο με άλλες… έξτρα επιλογές ή πακέτα. Αν θέλεις δηλαδή το surround ηχοσύστημα Burmester με την ποιότητα του Advanced Sound System (που δεν είναι στάνταρ) η τιμή μπορεί να μην τσούζει καθώς στοιχίζει €866. Από την άλλη όμως απαιτεί να διατηρήσεις και το πακέτο Premium (€3.894) ή Premium Plus (€5.835)! Μπορούμε συνεπώς να συμβουλεύσουμε τον υποψήφιο αγοραστή να τεμαχίσει και να αναλύσει διεξοδικά τον κατάλογο των έξτρα στον διαμορφωτή πριν αποφασίσει. Μια θα λέγαμε αρκετά πολύπλοκη διαδικασία.
Διά ταύτα
Η B-Class δεν είναι πια το MPV που απευθύνεται στη… γερουσία. Ο δυναμικός σχεδιασμός χωρίς όμως να θυσιάζεται η πολυχρηστική αρχιτεκτονική και η συνδεσιμότητα αιχμής, την καθιστούν κορυφαία στην κατηγορία της. Με αυτά τα όπλα, η B-Class θέλει να διατηρήσει την υφιστάμενη πελατεία της αλλά να δημιουργήσει και νέους ενδιαφερόμενους, ειδικά από την κατηγορία αυτών που έχουν απαυδίσει από τη μονοκρατορία των SUV. Παρά λοιπόν την τσουχτερή τιμή (Mercedes-Benz αγοράζεις, διάολε) και ανεξάρτητα από την πολεμική μεταξύ βενζίνης και ντίζελ, η B 200 d είναι καλά αρματωμένη για να ανταποκριθεί σε αυτή την πρόκληση.
Τι λέει το DRIVE
Με πολυχρηστική αρχιτεκτονική και λιγότερη αξία ως MPV, η Β 200 d είναι ο πιο οικονομικός, μοντέρνος, σπορ και συνδεδεμένος κόμπακτ ανθρωπομεταφορέας της αγοράς.
Τιμή Από €42.127
Τεχνολογία 1.950 cc, i4, 16v, 2 ΕΕΚ, common rail, τούρμπο, 150 PS/3.400-4.400 rpm, 320 Nm @ 1.400-3.200 rpm, αυτόματο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη οκτώ σχέσεων
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
0-100 km/h 8,3”
0-160 km/h 20,5”
0-400 m 16,1” @ 143,8 km/h
0-1.000 m 29,2” @ 180,6 km/h
50-110 km/h 7,0”
50-80 km/h 2,9”
80-110 km/h 4,1”
110-140 km/h 6,0”
Φρένα 110-0 km/h 48,1 m
Φρένα 100-0 km/h 39,0 m
Τελική ταχύτητα 219 km/h
Μέση κατανάλωση 6,5 lt/100 km
Εκπομπές CO2 128-145 g/km (WLTP)
Διαστάσεις 4.419 x 1.796 x 1.562 mm
Χώρος αποσκευών 445-1.530 lt
Βάρος 1.420 kg
Μετρήσεις DRIVE με το κιβώτιο στην αυτόματη λειτουργία
Φωτογραφίες Φωτεινή Πίμπα