Το ντίζελ είναι μεν καταδικασμένο στην κόμπακτ και στη μικρή κατηγορία, παραμένει όμως ακόμα απαραίτητο σε αυτή των πολυτελών SUV όπου δραστηριοποιείται το Audi Q5. Ειδικά για τους χρήστες που διανύουν πολλά χιλιόμετρα εκτός πόλης.
Από τη μια η βάσανος του πριζώματος για λίγες δεκάδες ηλεκτρικά χιλιόμετρα των PHEV είναι ανούσια γι’ αυτόν τον τύπο ιδιοκτήτη και από την άλλη τα 300+ κιλά της μπαταρίας σε ένα ταξίδι δεν αποτελούν παρά έρμα. Με ό,τι σημαίνει αυτό για την κατανάλωση και την επιβάρυνση άλλων συστημάτων. Για όσους δε κατασκευαστές δεν έχουν εξηλεκτριστεί πλήρως, παραμένει επίσης προτιμώμενη λύση για τον περιορισμό του εταιρικού μάλους στις εκπομπές CO2.
Με αυτά λοιπόν κατά νου, το από έτους και πλέον ανανεωμένο Audi Q5 συνεχίζει να διατηρεί τρεις εκδόσεις (δύο με τον 2.0 TDI και μια με τον 3λιτρο V6 που δεν εισάγεται στην Ελλάδα) ντίζελ στην γκάμα του παρά τις σημαντικές προσπάθειες απορρύπανσης που επιβάλλει το πρότυπο Euro 6 D το οποίο ισχύει πλήρως από τον Ιανουάριο του 2021.
Για να ακολουθήσει όμως έστω και στοιχειωδώς το ρεύμα της αγοράς, το Audi Q5 40 TDI φορά μια νέα έκδοση του δίλιτρου με τα 204 άλογα με μικροϋβριδισμό και μίζα-εναλλάκτη, καθώς επίσης αλουμινένιο μπλοκ που τον κάνει 20 kg ελαφρύτερο από την προηγούμενη εκδοχή. Να σημειωθεί πως άλλα 2,5 kg εξοικονομεί ο νέος στροφαλοφόρος άξονας.
Αισθητικά, το φρεσκάρισμα του Audi Q5 ακολούθησε την παράδοση του Ingolstadt: Δυσδιάκριτο, παρόλο που ανασχεδιάστηκαν προφυλακτήρες και μάσκα.
To Q5 σαφώς και δεν πρόκειται για ένα φθηνό αυτοκίνητο σε απόλυτη τιμή, πόσω μάλλον στην έκδοση S Line που το δοκιμάζουμε με εκκίνηση τις €60.650. Όπως όμως θα δούμε στη συνέχεια είναι αισθητά φθηνότερο από τον άμεσο ανταγωνισμό του. Κατά τα λοιπά οικονομοτεχνικά, παρά τις μικροϋβριδικές του ιδιότητες, η εκπομπή CO2 ανέρχεται στα 164 g/km, αν και τα διαμορφούμενα τέλη κυκλοφορίας μικρή σημασία έχουν για τον δυνητικό ιδιοκτήτη του.
Εκείνο που δεν μπορείς να αρνηθείς είναι ότι το ανανεωμένο Audi Q5 είναι φτιαγμένο με καλό γούστο και κατάλληλα εξοπλισμένο. Έτσι, το φρεσκάρισμα εμπλούτισε όλες τις εκδόσεις με είσοδο hands-free στον βασικό εξοπλισμό, ενώ το S Line επωφελείται, εκτός από τη σπορ παρουσίαση, από συρόμενο πίσω κάθισμα, δερμάτινες επενδύσεις, σπορ καθίσματα και τα πιο προηγμένα ψηφιακά όργανα.
Αναβάθμιση εξοπλισμού που όμως δεν σε εμποδίζει να σκάψεις παραπάνω στον ατελείωτο κατάλογο των έξτρα. Για του λόγου το ασφαλές, το αυτοκίνητό μας ανέβαζε τον λογαριασμό με €20.000+ προαιρετικών στοιχείων, ανεβάζοντας παράλληλα την τιμή στις 81.116 ευρώ. Ανάμεσα σε αυτά και κάποια «υποχρεωτικά» -για όποιον θα ήθελε, ο αναλυτικός εξοπλισμός του δικού μας S line βρίσκεται στο τέλος της δοκιμής.
Στο εσωτερικό, η κύρια αναβάθμιση του ανανεωμένου Audi Q5 είναι η νέα κεντρική οθόνη αφής του infotainment με διαγώνιο 10,1” που καταργεί τον περιστροφικό διακόπτη στη κεντρική κονσόλα. Δεν είναι περίπλοκη στα μενού, αλλά τώρα πρέπει να τεντώνεις το χέρι και να παίρνεις τα μάτια σου από τον δρόμο πιο συχνά για να περιηγηθείς στις διάφορες λειτουργίες.
Ωστόσο, το ταμπλό συνεχίζει να ενσωματώνει τα φυσικά κουμπιά και τους διακόπτες του προηγούμενου Q5, ανθιστάμενο στην εισβολή της διάδρασης με οθόνες. Μπορεί το all-touch να είναι στη μόδα, αλλά όταν πρόκειται για την εξέλιξη στο αυτοκίνητο, το καλύτερο είναι συχνά ο εχθρός του καλού. Οπότε θα λέγαμε ότι πρόκειται για έναν ευχάριστο συμβιβασμό. Όσον αφορά την ποιότητα των υλικών και το φινίρισμά τους παραμένουν στο γνωστό, κορυφαίο επίπεδο της Audi.
Tα ψηφιακά όργανα από την άλλη είναι διαμορφώσιμα κατά βούληση ανάμεσα σε παραδοσιακή παρουσίαση με κοντέρ και στροφόμετρο ως κύρια όργανα, χαρτογραφία ή απεικόνιση με γραφικά. Τα όμορφα καθίσματα Sport, στάνταρ στο Q5 S line, συγκρατούν τέλεια τον κορμό και τους γοφούς και η άκρη του εδράνου είναι ρυθμιζόμενη. Το πίσω κάθισμα είναι επίσης συρόμενο σε δύο μέρη, κατά πώς είναι διαιρούμενο -60:40. Τέλος, το πορτμπαγκάζ χωρά τα καλά στο άκουσμα και πλήρως εκμεταλλεύσιμα στην ουσία 520 lt, και φυσικά δεν έχει μπαταρίες να του αλλάζουν τον… πάτο.
Ανήκοντας σε μια παλαιότερη γενιά από τα πρόσφατα μοντέλα της εταιρείας, το Audi Q5 έχει το πλεονέκτημα ότι δεν αποπροσανατολίζει τον οδηγό με την εργονομία του, παρά την τεχνολογική ενημέρωση.
Η θέση οδήγησης και τα χειριστήρια είναι επομένως εύκολο να τα φέρεις στα μέτρα σου και η οδηγική εξοικείωση γίνεται χωρίς καμία δυσκολία.
Από την άλλη, παρά την αναβάθμισή του, το Q5 δεν επωφελείται από τα τελευταία οδηγικά βοηθήματα του Ομίλου Volkswagen. Ικανοποιείται λοιπόν με έναν σχετικά αποδοτικό βοηθό οδήγησης στα μποτιλιαρίσματα, αλλά όχι στο επίπεδο του Travel Assist ενός Golf ή των ID.3/4
Στην πόλη, έχεις να αντιμετωπίσεις το σεβαστό πλάτος του Audi Q5 που φτάνει τα 2,14 m μαζί με τους καθρέφτες. Οπωσδήποτε ένας λόγος για να διστάζεις σε ορισμένους χώρους στάθμευσης και δη γκαράζ. Η γλυκύτητα στη λειτουργία ωστόσο δίνει το «παρών» με το που ξεκινήσεις χάρη στην εξαιρετική ηχομόνωση. Και τελικά αποδεικνύοντας ότι θόρυβοι παντός είδους δεν παρεισφρέουν στην καμπίνα, τόσο με σταθερή ταχύτητα όσο και με το μοτέρ υπό πλήρες φορτίο. Ο αντίκτυπος του μικροϋβριδισμού είναι δε ανεπαίσθητος, εκτός από την ακαριαία αντίδραση του stop/start.
Παρά το νέο σύστημα ελέγχου της ρύπανσης, ο 2.0 TDI δεν έχει χάσει τίποτα από την ελκυστικότητά του. Οι επιδόσεις παραμένουν αμετάβλητες σε σχέση με απελθόν μοντέλο, με το σπριντ των 0-100 km/h να ολοκληρώνεται σε 7,6”. Το σασμάν S tronic συνεχίζει να μην επιδέχεται αρνητικής κριτικής, εκτός από μια βραδύτητα στο kick-down, εγγενές ελάττωμα στην τεχνολογία του.
Άνετο και γεμάτο ενέργεια με τα 400 Nm, το Audi Q5 δεν είναι ωστόσο ένα σπορ αυτοκίνητο. Και πολύ περισσότερο με τη συμβατική ανάρτηση που φορούσε το δικό μας και όχι τη έξτρα ρυθμιζόμενη αερανάρτηση. Οπότε εκείνο που προτιμά το αυτοκίνητο είναι η στρωτή οδήγηση, ενώ δείχνει αμήχανο όταν να το προκαλείς με περίσσιο δυναμισμό. Σε αυτή την αντίδρασή του, μεγάλο μέρος της ευθύνης φέρει η μπόλικη ορμή που έχει να κάνει με την υπολογίσιμη μάζα των 1.880 kg, ιδιαίτερα σε βρεγμένη άσφαλτο. Φυσικά, η τετρακίνηση τις περισσότερες φορές περιορίζει την ολίσθηση, αλλά δεν προσθέτει κάτι τις στον τομέα της ακρίβειας.
Όσον αφορά την κατανάλωση, ο TDI αποδεικνύει ότι το ντίζελ «νομιμοποιείται» να υπάρχει -τουλάχιστον στην γκάμα του Q5. Κι ενώ το μικροϋβριδικό σύστημα εισφέρει στο έργο απλώς με τη μεγιστοποίηση του ελεύθερου τροχασμού με σταθερή ταχύτητα ή υποστηρίζοντας την εκκίνηση, στο βενζινάδικο ανεβάζει το κασέ του. Έτσι τουλάχιστον δείχνουν τα 7,6 lt που κάψαμε μέσον όρο στη δοκιμή (χωρίς μετρήσεις επιδόσεων) -στην πόλη υπολογίστε 8+ lt, ενώ στην εθνική ακόμα και κάτω από 7 lt/100 km. Για τέτοια κατανάλωση, το ρεζερβουάρ των 70 lt του Audi Q5 αποδεικνύεται κιμπάρικο και μπορείς να φτάσεις από την Καλαμάτα στην Αλεξανδρούπολη με ένα γέμισμα.
Από την ανανέωσή του στο τέλος του 2020, το Q5 αντιμετωπίζει περιορισμένο ανταγωνισμό σε επίπεδο ντίζελ. Οι πιο αδυσώπητοι εχθροί του στην έκδοση S line είναι η πρόσφατα ανανεωμένη και πιο σπορ BMW X3 xDrive20d M Sport που εκτοξεύεται στην τιμή εκκίνησης με €75.788 και η παρόμοια Mercedes-Benz GLC 220 d 4MATIC AMG Line με €71.023.
Και οι δύο τους είναι λίγο πιο ενημερωμένες όσον αφορά τις τεχνολογίες και τα οδηγικά βοηθήματα, αλλά από την άλλη τα παραπάνω χρήματα φαίνονται πολλά. Και λέμε «φαίνονται», διότι για να έρθει το Q5 στα μέτρα του εξοπλισμού των άλλων δύο χρειάζεται κάμποσα έξτρα. Αντίθετα, η Volvo διαθέτει στον κατάλογό της το XC60 B4 με τα 197 άλογα που στην έκδοση R Design κοστίζει €61.858. Αουτσάιντερ, η Alfa Romeo Stelvio 2.2 diesel AT8 Q4 Ti με τα 210 άλογα που κοστίζει €60.350.
Και φτάσαμε στο «εν κατακλείδι»… Όσον αφορά τις παντός είδους επιδόσεις, το Q5 40 TDI quattro S tronic είναι ένα εξαιρετικό αυτοκίνητο. Φινετσάτο, ποιοτικό, ομοιογενές, ευρύχωρο και πρακτικό, αποδεικνύει ότι τα θερμικά SUV εξακολουθούν να έχουν το πάνω χέρι όσον αφορά την πολυχρηστικότητα. Η σχετικά παλιά σχεδίαση της πλατφόρμας MLB evo εξηγεί μέχρι κεραίας τη σχετική υστέρησή του σε ό,τι αφορά τα βοηθήματα οδήγησης. Αλλά ακόμα κι έτσι φιγουράρει ως μια ισχυρή εναλλακτική απέναντι στις (σημαντικά) ακριβότερες προτάσεις της υπόλοιπης αγίας γερμανικής τριάδας.
Εξοπλισμός αυτοκινήτου δοκιμής
Κοσμητικά στοιχεία Χρώμα γκρι Daytona περλέ, εσωτερικό γκρι μαύρο Rock, επενδύσεις καθισμάτων σε δέρμα Fine Nappa με λογότυπο S line στις πλάτες των εμπρός καθισμάτων ζάντες αλουμινίου 8Jx19 σε γκρι γυαλιστερές Graphite, μαύρο γυαλιστερό διακοσμητικό πακέτο Audi exclusive, διακοσμητικά στοιχεία εσωτερικού σε ματ αλουμίνιο (quatto GmbH), πίσω φώτα LED και δυναμικά φλας εμπρός πίσω, και πλυστικό σύστημα προβολέων, Audi virtual cockpit plus
Εξοπλισμός άνεσης Προετοιμασία εγκατάστασης κοτσαδόρου, δερμάτινο τιμόνι Sport plus με paddles, ηλεκτρική πανοραμική γυάλινη οροφή, κεντρικό υποβραχιόνιο εμπρός Comfort, πλευρικοί καθρέφτες θερμαινόμενοι, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενοι και αναδιπλούμενοι με αυτόματη αντιθαμβωτική λειτουργία, αυτόματος τριζωνικός κλιματισμός plus, πακέτο αποθηκευτικών χώρων καμπίνας επιβατών και χώρου αποσκευών, φιμέ πίσω παρμπρίζ και πίσω πλευρικά παράθυρα πακέτο εσωτερικού ατμοσφαιρικού φωτισμού LED με δυνατότητα εξατομίκευσης χρώματος, Audi phone box, εσωτερικό διακοσμητικό πακέτο S line, MMI Navigation plus με MMI touch response, Audi connect Navigation & Infotainment,
Οδηγικά βηθήματα Αυτόματη υποβοήθηση στάθμευσης με Audi parking aid plus, adaptive cruise control, κάμερα οπισθοπορείας, Audi hold assist, Audi active lane assist με κάμερα αναγνώρισης σημάτων κυκλοφορίας και ορίων ταχύτητας και high-beam control, προβολείς Matrix LED.
Τι λέει το DRIVE
Τα πολλά και ακριβά «υποχρεωτικά έξτρα» που το φέρνουν στο ανταγωνιστικό επίπεδο που του πρέπει σκιάζουν κομμάτι ένα κατά τα άλλα φινετσάτο, ποιοτικό, ομοιογενές οικογενειακό και πολυχρηστικό premium SUV.
Τιμή Από €60.650
Τεχνολογία MHEV, κινητήρας ντίζελ 1.968 cc, i4, 2 ΕΕΚ, άμεσος ψεκασμός common rail, τούρμπο μεταβλητής γεωμετρίας, ηλεκτρικό μοτέρ 4,2 PS, μπαταρία 12V
Απόδοση 204 PS/3.800-4.200 rpm, 400 Nm/1.750-3.250 rpm
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
0-100 km/h 7,6”
Τελική ταχύτητα 222 km/h
Μέση κατανάλωση* 7,6 lt/100 km
Εκπομπές CO2 164 g/km (WLTP)
Διαστάσεις 4.682 x 1.893 x 1.662 mm
Χώρος αποσκευών 520 lt
Βάρος 1.880 kg
Μετρήσεις κατασκευαστή, *μέτρηση DRIVE
Φωτογραφίες: Θανάσης Κουτσογιάννης