Το νέο Golf δεν θα μπορούσε να μην είναι άμεσα αναγνωρίσιμο ως το επόμενο βήμα στην εξέλιξη του μοντέλου… και πράγματι στο προφίλ διαφέρει ελάχιστα. Η μεγαλύτερη αλλαγή έχει συντελεστεί εμπρός, με μια ενιαία γραμμή στη μάσκα και στα εμπρός φανάρια που εκτείνεται μέχρι τα φτερά. Τονίζει το πλάτος του αμαξώματος και, σε συνδυασμό με την καμπυλότητα του καπό, δίνει την απαραίτητη σχεδιαστική φρεσκάδα. Οι καλοσχηματισμένοι ώμοι στα πίσω φτερά προσθέτουν δυναμισμό, ενώ πίσω η σχεδίαση είναι πιο καθαρή και τα φανάρια παραπέμπουν σε εκείνα του T-Roc.
Το Golf βασίζεται σε μια νέα εκδοχή της πλατφόρμας MQB. Το μήκος του που έχει αυξηθεί από τα 4.258 mm του προηγούμενου στα 4.284, παραμένει αρκετά μαζεμένο για τα μέτρα της κατηγορίας –ένα Ford Focus φτάνει τα 4.378 mm. Το ίδιο ισχύει και για το μεταξόνιο που από 2.620 έγινε 2.636 mm, με το Focus στα 2.700 mm. Το πλάτος δεν έχει αλλάξει (1.789 mm), ενώ το ύψος έχει χάσει περίπου τρεις πόντους, φτάνοντας τα 1.456 mm. Το αποτέλεσμα είναι μια σιλουέτα με αεροδυναμικό συντελεστή Cd 0,275 (από 0,30).
Σε αντίθεση με την εξωτερική εμφάνιση, στο εσωτερικό το μόνο κοινό με το προηγούμενο Golf είναι το σήμα στο τιμόνι. Μπα, λάθος! Ούτε καν αυτό δεν είναι το ίδιο, αφού πρόκειται για το ανανεωμένο logo που λάνσαρε η VW τον περασμένο Σεπτέμβριο. Το εντελώς καινούργιο και εντελώς λιτό ταμπλό προσφέρει μια πλήρως ψηφιακή εμπειρία, χάρη στον ψηφιακό πίνακα οργάνων 10" (στάνταρ σε όλες τις εκδόσεις) και στο infotainment με οθόνη υψηλής ευκρίνειας 8,25" ή 10". Δεν υπάρχουν πια συμβατικά πλήκτρα πάνω του, εκτός από αυτό για τα αλάρμ. Ο περιστροφικός διακόπτης για τα φώτα έχει αντικατασταθεί από ένα πάνελ αφής, στο οποίο περιλαμβάνεται και το ξεθάμπωμα των παρμπρίζ, ενώ ακόμα και ο χειρισμός της ηλιοροφής γίνεται με slider αφής.
Η συναρμογή είναι πολύ προσεγμένη και το επάνω μέρος του ταμπλό καλύπτεται από μαλακό υλικό, όπως περιμένεις σε ένα Golf. Το ίδιο και οι εμπρός πόρτες που όπως πάντα έχουν θήκες επενδυμένες με μοκέτα, όμως για τις πίσω έχουν επιλεγεί πιο οικονομικά, σκληρά υλικά. Οικονομία έχει γίνει σε κάποιο βαθμό και στην κονσόλα δαπέδου, χωρίς αυτό να χαλά τη θετική εικόνα. Η κονσόλα ανηφορίζει προς το ταμπλό, θυμίζοντας σπορ κατασκευή. Στις αυτόματες εκδόσεις φιλοξενεί έναν πολύ μικρό επιλογέα που απελευθερώνει χώρο για μια επιπλέον θήκη δίπλα του, συμπληρώνοντας τις πρακτικές ποτηροθήκες, το χώρο κάτω από το υποβραχιόνιο και την ευρύχωρη θήκη φόρτισης.
Στη θέση του οδηγού κάθεσαι άνετα, με το τιμόνι που έχει έρθει απευθείας από το T-Cross να πέφτει ιδανικά στα χέρια σου. Καθορίζεις εύκολα την εμφάνιση του ψηφιακού καντράν και το ίδιο εύκολα περιηγείσαι στα μενού της πλούσιας σε περιεχόμενο αλλά πολύ εύχρηστης κεντρικής οθόνης. Η ενσωμάτωση του κλιματισμού σε αυτή έχει γίνει ομαλά, με τη ρύθμισή του να γίνεται και από τα πλήκτρα αφής που βρίσκονται εμπρός της, αλλά και με φυσική ομιλία, τουλάχιστον στο έξτρα infotainment Discover Pro 10". Η οποία καταλαβαίνει αν μιλάει ο οδηγός ή ο συνοδηγός, π.χ. για να ανάψει το αντίστοιχο θερμαινόμενο κάθισμα. Και η ενσωμάτωση του Amazon Alexa σημαίνει ότι αν έχεις έξυπνο σπίτι, το Golf είναι κι αυτό αρκετά έξυπνο ώστε να κλείσει το φως του σαλονιού που ξέχασες ανοιχτό φεύγοντας...
Το βράδυ, η καμπίνα αναβαθμίζεται χάρη στον κρυφό φωτισμό με δέκα επιλογές χρώματος. Είναι στάνταρ στην έκδοση Life, η οποία είναι «μεσαία», αλλά θα αποτελεί τη βασική για τη χώρα μας, πριν από τις πλουσιότερες Style και R-Line. Ο χώρος για τους πίσω παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους στην κατηγορία, χωρίς αισθητή διαφοροποίηση σε σχέση με το απερχόμενο Golf. Το ίδιο ισχύει και για το πορτμπαγκάζ των 380 lt, που είναι ούτως ή άλλως πολύ καλό για το μέγεθος του αυτοκινήτου.
Ο βασικός 3κύλινδρος 1.0 TSI με 90 ή 110 PS είναι ένας νέος κινητήρας, ο οποίος υιοθετεί το τούρμπο μεταβλητής γεωμετρίας και τη λειτουργία σε κύκλο Miller του 1.5 TSI 130 PS. Αποκλειστικό προνόμιο του 1.500άρη παραμένει η απενεργοποίηση κυλίνδρων, που υπάρχει και στον δυνατότερο 1.5 TSI 150 PS. Όταν τη θέση του χειροκίνητου 6τάχυτου κιβωτίου παίρνει το 7άρι αυτόματο DSG, αυτό συνοδεύεται από ένα ήπιο υβριδικό κύκλωμα 48V και ο κινητήρας μετονομάζεται σε eTSI. Κάτι που ισχύει τόσο στον 1.0 όσο και στον 1.5. Χωρίς η μέγιστη τιμή ισχύος και ροπής να αλλάζει, επιτυγχάνεται επιπλέον οικονομία 10%.
Στην παρουσίαση του νέου Golf στο Porto οδηγήσαμε το 1.5 TSI των 150 PS και με τις δύο επιλογές μετάδοσης. Με το χειροκίνητο κιβώτιο, μπορείς να βασιστείς στη ροπή των 250 Nm και να κινηθείς σβέλτα, παρά την αραιή κλιμάκωση. Η απόκριση του γκαζιού στις χαμηλές στροφές φαίνεται να έχει πληγεί, αλλά αυτό διορθώνεται σε μεγάλο βαθμό με την επιλογή του Sport προγράμματος. Η ποιότητα κύλισης βρίσκεται στο υψηλό επίπεδο που περιμένεις από ένα Golf. Με πολλαπλούς συνδέσμους πίσω αντί για τον ημιάκαμπτο των πιο προσιτών εκδόσεων και με τα ηλεκτρονικά ελεγχόμενα αμορτισέρ DCC στο Comfort, επιτυγχάνεται ένα κορυφαίο επίπεδο άνεσης –τουλάχιστον στους καλοστρωμένους πορτογαλικούς δρόμους– παρά τις ζάντες των 18".
Πρωτόγνωρη για ευρείας παραγωγής μοντέλο είναι η ρύθμιση της δύναμης σε κάθε αμορτισέρ ξεχωριστά, έτσι ώστε σε συνδυασμό με το torque vectoring του διαφορικού XDS, να δημιουργείται μια φυσική ροπή του αυτοκινήτου προς την κατεύθυνση της στροφής! Πρωτόφαντη είναι και η δυνατότητα καθορισμού της λειτουργίας των αμορτισέρ DCC όχι μόνο μεταξύ Comfort και Sport, αλλά σε 15 διαφορετικές θέσεις. Δοκιμάζοντας τρεις από αυτές, η διαφορά στην απόσβεση ήταν αισθητή. Στη γρήγορη οδήγηση, το Golf φαίνεται πιο άμεσο και πιο ακριβές από ποτέ, παρότι δεν φαίνεται να μπορεί να απειλήσει το Ford Focus σε επίπεδο αλληλεπίδρασης με τον οδηγό.
Περνώντας στο 1.5 eTSΙ με το αυτόματο 7άρι DSG, αυτά που αντιλαμβάνεσαι άμεσα είναι η ομαλότητα με τη οποία επιταχύνει από χαμηλή ταχύτητα και η απουσία κραδασμών κατά την επανεκκίνηση του κινητήρα, στο stop/start. Όταν χρειαστεί να φρενάρεις, διαπιστώνεις ότι το πεντάλ δεν έχει τη γραμμική απόκριση του χειροκίνητου Golf, αφού η αντίστασή του επηρεάζεται από την ανάκτηση ενέργειας, αλλά εύκολα συνηθίζεται. Και λίγο αργότερα, χαίρεσαι για τα λίτρα βενζίνης που εξοικονομούνται όταν ο κινητήρας σβήνει εντελώς στο coasting. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με προσεκτική οδήγηση, η πραγματική κατανάλωση θα μπορεί να περιοριστεί αρκετά σε σχέση με το συμβατικό 1.5 TSI.
Από την άλλη, η γκάμα των ντίζελ δεν περιλαμβάνει πια τον 1.6 TDΙ αλλά μόνο τον 2.0 TDI, με 115 ή 150 PS, ο οποίος χάρη στο αναθεωρημένο σύστημα SCR εκπέμπει τώρα 80% λιγότερα ΝΟx. Σε μια πολύ σύντομη επαφή με τη δυνατότερη εκδοχή του, ήταν ξεκάθαρη η πλούσια ροπή αλλά και το αυξημένο επίπεδο θορύβου σε σχέση με τις εκδόσεις βενζίνης.
Το νέο Golf είναι πιο διασυνδεδεμένο από ποτέ. Στο βασικό εξοπλισμό του περιλαμβάνεται το Car2X, που επιτρέπει την επικοινωνία του αυτοκίνητου με άλλα οχήματα και με το οδικό δίκτυο για την έγκαιρη ενημέρωση και αντιμετώπιση κινδύνων και προβλημάτων στην κυκλοφορία. Διαθέτει επίσης στάνταρ την εφαρμογή We Connect, η οποία ενσωματώνει μεταξύ άλλων την αυτόματη κλήση για βοήθεια σε περίπτωση ατυχήματος, εξ αποστάσεως κλείδωμα/ξεκλείδωμα, εντοπισμό σε πάρκινγκ, χρήση του αυτοκινήτου με smartphone αντί για κλειδί κ.ά.
Τα στάνταρ Front Assist με αναγνώριση πεζών και δικύκλων και Lane Assist συμπληρώνονται από το προαιρετικό Travel Assist, το σύστημα ημιαυτόνομης οδήγησης που λειτουργεί μέχρι τα 210 km/h. Σε κανένα Golf δεν υπάρχουν συμβατικοί λαμπτήρες, παρά μόνο LED, ενώ στη λίστα του έξτρα εξοπλισμού περιλαμβάνονται εμπρός φώτα matrix LED που εξασφαλίζουν τέλεια ορατότητα χωρίς να τυφλώνουν τους άλλους χρήστες του δρόμου. Όλα αυτά επισφραγίζουν το κορυφαίο τεχνολογικό προφίλ του νέου Golf.
Άλλωστε, από το λανσάρισμά του στην αγορά τον ερχόμενο Μάρτιο, το μοντέλο θα διατίθεται και σε επαναφορτιζόμενη υβριδική έκδοση, με συνολική ισχύ 204 PS και μπαταρία 13 kWh. Ηλεκτρική έκδοση δεν θα υπάρξει, αφού αυτή την ανάγκη καλύπτει πλέον το νέο ID.3. Στην πορεία θα εμφανιστούν όμως οι σπορ εκδόσεις GTI, GTI TCR, GTD, GTE και R, ολοκληρώνοντας τη γνώριμη, πληθωρική γκάμα του.
Η γεύση που σου μένει τελικά από το νέο Golf είναι εκείνη του απόλυτα ολοκληρωμένου συνόλου στο οποίο δυσκολεύεσαι να βρεις αξιοσημείωτα μειονεκτήματα. Το εσωτερικό του είναι «επόμενης γενιάς» σε σχέση με οτιδήποτε άλλο κυκλοφορεί σήμερα στη κατηγορία. Και το καταφέρνει αυτό χωρίς να σε προβληματίζει σε επίπεδο εργονομίας, αλλά αντίθετα, δείχνοντας το δρόμο για το πώς η μετάβαση στη νέα, ψηφιακή εποχή μπορεί να γίνει με τρόπο εύληπτο για όλους. Μένει να δούμε πόσο θα κοστίζει, με την εκτίμηση για την τιμή του 1.0 TSΙ, στην καλά εξοπλισμένη έκδοση Life, να είναι περίπου €21.500.
Τι λέει το DRIVE
Ένα άψογα υλοποιημένο ψηφιακό περιβάλλον οδήγησης και βελτιώσεις στα σημεία, συνθέτουν ένα μοντέλο που έχει τα φόντα να αποτελέσει την κορυφαία επιλογή στα μικρά οικογενειακά χάτσμπακ. Αμφέβαλλε κάποιος;
Τιμή Από €21.500 (εκτιμώμενη, 1.0 TSI 110 PS)
Τεχνολογία 1.498 cc, i4, 16v, 2 ΕΕΚ, ACT, άμεσος ψεκασμός, τούρμπο
150 PS/5.000-6.000 rpm, 250 Nm/1.500-3.500 rpm, χειροκίνητο κιβώτιο έξι σχέσεων
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
0-100 km/h 8,5”
Τελική ταχύτητα 224 km/h
Μέση κατανάλωση 4,8-5,0 lt/100 km
Εκπομπές CO2 110-115 g/km
Διαστάσεις 4.284 x 1.789 x 1.456 mm
Χώρος αποσκευών 380 lt
Βάρος 1.265 kg
Μετρήσεις κατασκευαστή