Νταξ'...
Αν το ψάξετε στη Wikipedia, κάθε κράτος κάτω από τη σημαία και τον εθνικό του ύμνο έχει μια φράση που θεωρητικά είναι το μότο, το απόσταγμα της φιλοσοφίας του.
Οι Ηνωμένες πολιτείες έχουν το θεοκρατικό «in God we trust», η Ισπανία το υπερβατικό «Plus Ultra» (σημαίνει: πιο πέρα) η Παπούα Νέα Γουινέα το ουμανιστικό «ενότητα στη διαφορετικότητα». Η χώρα μας έχει το ηρωικό «ελευθερία ή θάνατος».
Η χώρα μας! Η πατρίδα των ηρώων... Θα πρότεινα να αφαιρεθεί το διαζευκτικό. Αποτυπώνει καλύτερα την πραγματική ψυχοσύνθεσή μας ένας συμπλεκτικός σύνδεσμος: «Ελευθερία και θάνατος». Ή ακόμα καλύτερα να το συντομεύσουμε. Ποιος χρειάζεται τρεις λέξεις όταν με μια και μόνη και μάλιστα συντετμημένη μπορεί να αποδώσει το νόημα: «Νταξ’».
Πέντε άνθρωποι σκοτώθηκαν άδικα στην Εγνατία διότι είμαστε τόσο «ελεύθεροι» για να τους οδηγήσουμε στο θάνατο. Διότι είμαστε η χώρα του «Νταξ’». Ο Ρουμάνος δηλαδή δεν έφταιγε; Προφανώς. Ωστόσο γι’ αυτό υπάρχουν κανονισμοί. Για να εμποδίζουν τον ανάλγητο ή τον άσχετο από το να κάνει τη ζημιά. Σε αυτή την περίπτωση, οι «ιθύνοντες» όπλισαν το όπλο, το έβαλαν στα χέρια του Ρουμάνου, απασφάλισαν και απλώς περίμεναν την εκπυρσοκρότηση. Διότι «νταξ’ μόνο για δέκα λεπτά θα κλείσει ο δρόμος, δεν χρειάζεται παράκαμψη, ούτε το όχημα με την ειδική σήμανση χιλιόμετρα πριν, ούτε ένα περιπολικό με τους φάρους αναμμένους. Θα βάλουμε εκεί δυο δύσμοιρους να κουνάνε κάτι λερές σημαίες και θα γίνει δουλίτσα...».
Αυτή είναι η χώρα του νταξ’ κι εμείς όλοι έχουμε βυζάξει από τον «νταξομαστό», έχουμε γαλουχηθεί από «νταξιδανικά» και πορευόμαστε σε μια χαζοχαρούμενη αμεριμνησία, κολυμπάμε σε μια πηχτή «νταξόσουπα» αδιαφορίας, άγνοιας, ημιμάθειας ή εσκεμμένης απείθειας. Στο δρόμο κάθε μέρα, ΚΑΘΕ μέρα, βλέπω ευτυχισμένους γονείς να οδηγούν με το παιδί αγκαλιά στο εμπρός κάθισμα, τύπους που διπλοπαρκάρουν στενεύοντας κεντρικές αρτηρίες, διότι θέλουν να βάλουν στο σύστημά τους το αγαπημένο «νταξορόφημα» φρεντοκαπουτσίνογλυκόμεμαύρηζάχαρη (προφέρεται απνευστί), μάγκες που σε προσπερνάνε με όσα από τη ΛΕΑ ή πάνε και πακτώνονται πάνω της και όταν ακουστεί η σειρήνα του ασθενοφόρου κάνουν το βλάκα, πράγμα που βεβαίως τους βγαίνει φυσιολογικά.
Όποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι όλα τα παραπάνω είναι απλώς ο φαινότυπος μιας γενικευμένης παρακμιακής συμπεριφοράς, απλώς εθελοτυφλεί. Ή θέλει να χαϊδέψει αυτιά όλων των νταξάνθρωπων οι οποίοι τα τελευταία χρόνια ξεσηκώθηκαν και όχι επειδή η ηθική αυτή σήψη έφερε τη διαφθορά που μοιραία οδήγησε στην οικονομική αποσάθρωση. Όχι! Διαμαρτυρήθηκαν επειδή έπρεπε να βγουν από τον «νταξόκοσμό» τους. Δεν θέλουν να αλλάξουν, αλλά να ανασκολοπίσουν τους υπεύθυνους. Όχι βέβαια πως ο πολιτικός, ο επιχειρηματικός, ο δημοσιογραφικός κόσμος δεν είναι ο κυρίως υπεύθυνος για το απίστευτο όργιο διαπλοκής. Εννοείται. Κυρίως όμως είναι υπεύθυνος για τη διάχυση αυτού της νοοτροπίας «νταξ’ κάνε το κορόιδο και θα τη βρούμε την άκρη μεταξύ μας» που διαπότισε τόσο την ελληνική κοινωνία, έτσι ώστε να ζέχνει αναλγησία. Και βέβαια να σκοτώνει, με την ελευθερία να κάνει ό,τι γουστάρει, τους ανθρώπους της.
Εκεί όμως που πραγματικά χάνω την ψυχραιμία μου είναι όταν σε συζητήσεις που διατυπώνω τέτοιου είδους «αιρετικές» (σιγά τη διαπίστωση εδώ που τα λέμε...) απόψεις ακούω την αποστομωτική απάντηση πως αν δεν μου αρέσει μπορώ και να φύγω. Όχι ρε! Δεν θέλω να φύγω. Και αν και θα μπορούσα να αντιστρέψω την προτροπή, ούτε αυτό θέλω. Από πού δηλαδή να αποχωρήσω, από το αμπελοχώραφο του παππού σου; Αυτό που θέλω είναι να βρω έναν κοινό τόπο συνεννόησης με λογικούς ανθρώπους που δεν τους πειράζει να ξεβολευτούν και απαιτούν ένα κράτος που να αναδεικνύει ή τουλάχιστον να προστατεύει την προσπάθειά τους. Όχι άλλους «νταξάνθρωπους».