Λάθως...
Παντού σε διαπερνά αυτή η αίσθηση ότι είσαι ανυπεράσπιστος, ότι δεν αξίζει να διαμαρτύρεσαι, ότι έχεις κάνει λάθος και γι αυτό πρέπει να εναποθέσεις τις ελπίδες σου, την ουσία της ύπαρξής σου στο σύστημα.
«Κάποιος πρέπει να είχε συκοφαντήσει τον Γιόζεφ Κ., γιατί ένα πρωί, χωρίς να έχει κάνει τίποτα απολύτως, συνελήφθη». Αυτή είναι η πρώτη φράση της «Δίκης» του Φραντς Κάφκα.
Και κάπως έτσι ο Γιόζεφ Κ., ένας άσημος τραπεζοϋπάλληλος, ένα μίζερο ανθρωπάκι, ανίκανο να νιώσει και να εμπνεύσει οποιαδήποτε ψυχική ανάταση, βυθίζεται στο κόσμο της παράνοιας. Κανείς δεν τον έχει κατηγορήσει ανοιχτά για οτιδήποτε. Κι όμως τον σέρνουν από ανάκριση σε ανάκριση, ζητώντας του εξηγήσεις που δεν μπορεί να δώσει, διότι απλώς αγνοεί. Ζητά βοήθεια από τη δικαιοσύνη πρώτα, προσφεύγοντας σε δικηγόρο. Απελπίζεται καθώς βουλιάζει όλο και πιο βαθιά στην κινούμενη άμμο της γραφειοκρατίας.
Ύστερα καταφεύγει στην τέχνη, ζητώντας από ένα φίλο του ζωγράφο να το βοηθήσει και τελευταίο καταφύγιο βλέπει στο πρόσωπο ενός ιερέα, τον οποίο παρακαλεί να καταθέσει ως μάρτυρας στη Δίκη. Δεν έχει κάνει τίποτα ο Γιόζεφ Κ. (το επώνυμό του δεν αναφέρεται ποτέ στο βιβλίο). Κι όμως αισθάνεται ένοχος, υπόλογος, σκύβει το κεφάλι και όταν έρχονται να τον πάρουν για εκτέλεση ακολουθεί πειθήνια και δέχεται, ίσως και με μια αίσθηση ανακούφισης, το μαχαίρι στο στήθος.
Έχουν περάσει 99 χρόνια από τότε που γράφτηκε η Δίκη από τον τεράστιο αυτό συγγραφέα, ο οποίος οίκτιρε τον εαυτό του και το έργο του και είχε δώσει εντολή ύστερα από το θάνατό του να καταστραφούν όλα του τα κείμενα. Τόσα χρόνια και επί της ουσίας στασιμότητα. Καμία πρόοδος. Διότι, όπως έλεγε κι ο ίδιος ο Κάφκα «το να πιστεύεις στην πρόοδο δε σημαίνει ότι πιστεύεις πως έχει γίνει πρόοδος».
Ποια είναι αφορμή που γράφω όλα αυτά; Έχει σημασία; Ας πούμε πως ήταν η ανακοίνωση του φόρου πολυτελείας, ας πούμε πως ήταν το κλείσιμο της ΕΡΤ, ας πούμε πως είναι η Τρόικα ή το γεγονός πως προχθές έπρεπε να αντιμετωπίσω για κάμποσες ώρες τις υπηρεσίες του Δημοσίου. Παντού σε διαπερνά αυτή η αίσθηση ότι είσαι ανυπεράσπιστος, ότι δεν αξίζει να διαμαρτύρεσαι, ότι έχεις κάνει λάθος και γι' αυτό πρέπει να εναποθέσεις τις ελπίδες σου, την ουσία της ύπαρξής σου στο σύστημα.
Ένα σύστημα όμως που αν το καλοσκεφτείς είναι λάθος. Οι βάσεις του οικοδομήματος είναι στρεβλές, δεν υπηρετούν τον άνθρωπο, τον καθυποτάσσουν ή στην καλύτερη περίπτωση τον αποχαυνώνουν ή τον θωπεύουν με την αυταπάτη πως αν ακολουθήσει πιστά τους κανόνες, θα ανυψωθεί σε μια καλύτερη ζωή. Η δημοκρατία, η δικαιοσύνη, η ισότητα έχουν καταντήσει ο φερετζές του πούστη. Και αυτό που με πανικοβάλλει είναι ότι ελάχιστα έχουμε καταλάβει πως το συγκεκριμένο οικονομικοκοινωνικό οικοδόμημα δεν μας εξυπηρετεί. Όχι όλους, ούτε τους μισούς, σχεδόν κανέναν. Επικαλείται ανθρωπιστικές αξίες, τις οποίες πολεμά με όλα τα μέσα. Σου κουνά το καρότο της ανάπτυξης και σε καμτσικώνει με το μαστίγιο της ενοχής, της αίσθησης πως δεν μπορείς να πολεμήσεις το απρόσωπο αυτό τέρας που λέγεται σύστημα.
Η τηλεόραση δείχνει εικόνες από εξεγέρσεις της αστικής τάξης, στην Τουρκία, στη Βραζιλία, στην Αίγυπτο. Η αστική τάξη βάλλεται λέει, απισχνείται, παραπαίει. Η ίδια αστική τάξη όμως που αν το καλοσκεφτείς έχει συναινέσει και συμβάλλει με όλες της τις δυνάμεις στην απομύζηση του πλούτου σε όλο τον «τρίτο» κόσμο προκειμένου να έρθει στη Δύση και να της ξεβρομίσει το χνότο.
Όσο βλέπαμε την εικόνα του γύπα δίπλα στο συνθλιμμένο από πείνα μαυράκι κάπου στην Αφρική, φρίτταμε με μια κρυφή χαρά που δεν είμαστε εμείς, αν και «εμείς» το έχουμε προκαλέσει. Τώρα που ο ίδιος επί της ουσίας γύπας περιμένει το δικό μας γονάτισμα, διαμαρτυρόμαστε. Ασθενικά ωστόσο. Όπως ο Τζόζεφ Κ. Που ψιθυρίζει για την αθωότητά του, δεν διεκδικεί, δεν αντιστέκεται, δεν ουρλιάζει διότι μέσα του λέει «δεν μπορεί κάπου έχω κάνει λάθος»...