Οδηγούμε τη Maserati Quattroporte V6 Q4

Οδηγούμε τη Maserati Quattroporte V6 Q4

Αντικειμενικά, η Quattroporte δεν είναι το καλύτερο αυτοκίνητο της κατηγορίας της. Αυτό είναι μάλλον το πιο κολακευτικό σχόλιο για τη Maserati.

Η νέα Quattroporte είναι σχεδιασμένη από τους ίδιους τους πελάτες της Maserati. Ή σχεδόν, τέλος πάντων.

Αφού σύμφωνα με τους ανθρώπους του εργοστασίου, στον καθορισμό των τεχνικών προδιαγραφών και των διαστάσεων έπαιξε καταλυτικό ρόλο το feedback που πήραν από τους ιδιοκτήτες του προηγούμενου μοντέλου, αλλά και κατόχους άλλων μοντέλων της φίρμας. Έπιασαν λοιπόν μία προς μία τις παρατηρήσεις όλων των ανθρώπων που ανέδειξε η έρευνα και προσπάθησαν να απαντήσουν σε όλες.

Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο
Το πρώτο πράγμα που ζήτησαν οι πελάτες ήταν περισσότερη ευρυχωρία στις πίσω θέσεις. Έτσι οι σχεδιαστές ξεκίνησαν να χτίζουν την Quattroporte πάνω στο μακρύτερο μεταξόνιο της κατηγορίας, δέκα πόντους και κάτι μεγαλύτερο από αυτό του απερχόμενου μοντέλου. Το νέο αυτοκίνητο είναι συνολικά μεγαλύτερο σε όλες του τις διαστάσεις, έτσι ώστε να παρκάρει χωρίς κόμπλεξ δίπλα στις εκδόσεις L των Mercedes S-Class και BMW 7 Series.

Ως αποτέλεσμα, ο χώρος για τα γόνατα των πίσω αυξήθηκε κατά 10,5 cm και ο χώρος αποσκευών κατά 80 lt. Παρόλα αυτά, το βάρος έχει μειωθεί κατά 100 kg. Αυτό έγινε εφικτό χρησιμοποιώντας αλουμίνιο στην οροφή, στις πόρτες, στα φτερά, στο καπό και στο κάλυμμα του πορτμπαγκάζ. Επίσης, η εγκάρσια τοποθετημένη μπάρα πάνω στην οποία στερεώνεται το ταμπλό, ιδιαίτερα σημαντική για τη δομική ενίσχυση του σασί, είναι κατασκευασμένη από μαγνήσιο.

Οι Ιταλοί έχουν τον τρόπο τους με το ντιζάιν. Με μήκος 5,26 m, η Quattroporte είναι κατά γενική ομολογία όμορφη και αναμφίβολα επιβλητική, είτε τη φαντάζεσαι με φινετσάτο βραδινό ένδυμα είτε με αθλητικά για μια γρήγορη βόλτα στο βουνό. Κρύβει επιδέξια το μέγεθός της, ούσα μάλιστα το μόνο 4θυρο κουπέ αυτών των διαστάσεων, με πολύ χαμηλή γραμμή οροφή και πόρτες χωρίς πλαίσιο παραθύρων.

Έχει δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην αεροδυναμική, έτσι ώστε ο συντελεστής οπισθέλκουσας να κατέβει στο 0,31 και να μειωθεί κατά 24% η άντωση. Μιλώντας για το αμάξωμα, θα μπορούσαν να είχαν δώσει λίγο μεγαλύτερη προσοχή στο φινίρισμα και στη συναρμογή κάποιων επιφανειών στο χώρο του κινητήρα και των αποσκευών, έστω κι αν ο αγοραστής μιας Quattroporte μάλλον δεν θα σκύψει ποτέ εκεί μέσα να ψάξει.

Η ανανέωση του εσωτερικού ήταν εξίσου σημαντική υπόθεση, αν όχι σημαντικότερη.  Και η Maserati κατάφερε να ανταποκριθεί στις υψηλότερες προσδοκίες. Οι αφράτες δερμάτινες πολυθρόνες με τις ανάγλυφες τρίαινες στο προσκέφαλο και τις χειροποίητες ραφές συνδυάζονται με ένα λιτά σχεδιασμένο ταμπλό στο οποίο δεσπόζει η μεγάλη οθόνη αφής.

Χάρη και στον προσεγμένο φωτισμό, η ατμόσφαιρα είναι διακριτικά πολυτελής, καλόγουστη, εναρμονισμένη με την «έξυπνη» ψηφιακή τεχνολογία, αλλά ταυτόχρονα συναισθηματική όπως αρμόζει στην φίρμα. Η αφή και το άρωμα κάθε επιφάνειας, ο τρόπος λειτουργίας κάθε διακόπτη έχει την ποιότητα που περιμένεις από ένα ακριβό αυτοκίνητο.

Όπως επιβάλλει η κατηγορία, την Quattroporte την απολαμβάνεις από το πίσω δεξί κάθισμα. Ως Maserati όμως, οφείλει να είναι απολαυστική και από τη θέση του οδηγού. Η οποία είναι χαμηλή όπως σε κάθε πραγματικό σπορ αυτοκίνητο.

Αν δεχτούμε ότι όλα έχουν σχεδιαστεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις των υποψήφιων αγοραστών, τα μεγάλα αλουμινένια paddles δείχνουν ότι η πρόθεση των περισσότερων εξ αυτών είναι να την οδηγούν και μάλιστα όπως της αρμόζει. Επιθετικά!

Σε αυτούς δεν θα κακοφανεί η ηχομόνωση της καμπίνας. Θα απολαύσουν τα σκασίματα των εξατμίσεων στα κατεβάσματα και την αρρενωπή χροιά του κινητήρα. Χωρίς τιμόνι στα χέρια πάντως, ο θόρυβος που φτάνει στην καμπίνα είναι περισσότερος από όσο ταιριάζει σε μια λιμουζίνα.

Καινούρια αρχή
Όταν αγοράστηκε από το γκρουπ Fiat το 1993, η Maserati τοποθετήθηκε κάτω από τη σκέπη της Ferrari. Η οικονομική σταθερότητα του ομίλου και οι συνέργειες με το Maranello στην ανάπτυξη τεχνολογίας και στην κατασκευή βασικών μηχανικών μερών τη βοήθησαν να σταθεί στα πόδια της.

Από την άλλη, με τους «κόκκινους» μόνο να έχουν πρόσβαση στο πάνω ράφι, αλλά και τον πρώτο λόγο σε ό,τι καινούργιο, η Maserati έμοιαζε πάντα κομπάρσος σε αυτή τη σχέση, ρόλος που σίγουρα δεν αρμόζει στην ιστορία της. Έστω κι αργά, είδαν το πρόβλημα και πλέον στην εσωτερική δομή του grouppo, η «Τρίαινα» δεν είναι κάτω από τη Ferrari, αλλά πάνω από την Alfa.

Ταυτόχρονα, έδωσαν περισσότερη ανεξαρτησία σε τεχνολογικό επίπεδο στα μυαλά της Viale Ciro Menotti, στο αρχηγείο της φίρμας στο κέντρο της Modena. Εκεί όπου οι αδερφοί Maserati έστησαν το πρώτο τους γκαράζ όταν μετακόμισαν από την Bologna και σήμερα βρίσκονται τα γραφεία, η έκθεση και φυσικά το παλιό εργοστάσιο όπου συναρμολογούνται οι κουπέ και οι κάμπριο.

Για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της, η Maserati σχεδιάζει τους δικούς της κινητήρες που παράγονται μεν στο Maranello, αλλά θα χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά στα δικά της αυτοκίνητα, τουλάχιστον για τα επόμενα δύο τρία χρόνια.

Το αυτοκίνητο λανσαρίστηκε με έναν V8 530 ίππων και κέρδισε τον τίτλο του  ταχύτερου 4πορτου παραγωγής. Το αυτοκίνητο που οδηγούμε σήμερα φορά τον ολοκαίνουργιο V6, αλλά και κάτι ακόμη πιο σημαντικό για την ιστορία της μάρκας. Ένα σύστημα μετάδοσης και στους τέσσερις τροχούς, για πρώτη φορά σε Maserati.

Το μοτέρ είναι αλουμινένιο με υπερτετράγωνες διαστάσεις κυλίνδρων, όπως και το V8, ώστε να στροφάρει με άνεση ψηλά. Οι κεφαλές διαθέτουν υδραυλικά ωστήρια και μεταβλητό χρονισμό εκκεντροφόρων.

Η τροφοδοσία είναι διπλή. Ένα κύκλωμα άμεσου ψεκασμού που λειτουργεί με πίεση 200 bar καταλήγει σε μπεκ επτά οπών στην καρδιά του θαλάμου καύσης, ενώ ένα δευτερεύον σύστημα πολλαπλού ψεκασμού βοηθά σε συνθήκες αυξημένου φορτίου. Οι δύο υπερσυμπιεστές twin scroll λειτουργούν παράλληλα, με τη λειτουργία overboost να ενεργοποιείται νωρίτερα σε σχέση με τον 8κύλινδρο, οπότε λογικά χαμηλότερα κατά 500 rpm αποδίδεται και η μέγιστη ροπή των 53 kgm. Η μέγιστη ιπποδύναμη φτάνει τους 410 ίππους από 2.979 cc ή αν προτιμάτε τους 138 ίππους στο λίτρο.

Πρόκειται για διαμάντι, χωρίς αμφιβολία. Αιχμηρή απόκριση σε όλο το φάσμα, μεταξένιο δούλεμα χαμηλά, χωρίς φορτίο και ήχος που αλλάζει τόνο ανάλογα με τις περιστάσεις. Οι μάσκες του καθωσπρεπισμού πέφτουν στις 4.500 rpm ακριβώς, που ανοίγουν τα κλαπέτα της εξάτμισης και ξαφνικά νομίζεις ότι κάτω από το καπό ανασαίνει ένας ατμοσφαιρικός V8 με άγριους εκκεντροφόρους και τουλάχιστον δύο λίτρα παραπάνω.

Το εργοστάσιο υπόσχεται 4,9” για τα πρώτα 100 km/h από στάση και 285 km/h τελική. Η πειστική αίσθηση της επιτάχυνσης, δυνατή και αδιάκοπη, καθώς οι τέσσερις πρώτες σχέσεις χωνεύουν η μια μέσα στην άλλη, δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης.

Με βάρος κοντά δύο τόνους και την τετρακίνηση να εξουδετερώνει εν τη γενέσει τους τυχόν αποκλίνουσες συμπεριφορές, δεν είναι τόσο το ξεκόλλημα που εντυπωσιάζει όσο αυτό το απόθεμα δύναμης που νιώθεις να έχεις πάντα κάτω από το δεξί πόδι. Που μεταφράζεται σε ένα καθησυχαστικό αίσθημα υπεροχής, αναπόσπαστο στοιχείο του χαρακτήρα ενός τέτοιου αυτοκινήτου.

Το 8άρι της ZF συμπληρώνει ιδανικά τον κινητήρα. Στην ουσία είναι δύο διαφορετικά σασμάν για να διαλέξεις, από ένα κουμπί στην κονσόλα και αναλόγως των συνθηκών. Στην default αυτόματη λειτουργία είναι βελούδινο και «έξυπνο» στην επιλογή της ιδανικής σχέσης, με έμφαση στην ηρεμία των πίσω επιβατών και στην οικονομία καυσίμου. Παίζοντας τα αλουμινένια paddles στα δάχτυλα, με τη σπορ ρύθμιση ενεργή, είναι αποστομωτικά γρήγορο στο ανέβασμα και απρόσμενα θετικό στα απαιτητικά κατεβάσματα, με το ανάλογο ηχητικό εφέ να προσθέτει ένα δραματικό τόνο στη στιγμή.

Σοφέρ πολυτελείας
Στο κομμάτι της Autostrada del Sole (Α1) που οδηγεί από την Bologna στη Firenzuola είναι ένα ενδιαφέρον κομμάτι αυτοκινητόδρομου. Με λίγες ευθείες που όμως, αν το πετύχεις χωρίς κίνηση, βλέπεις εύκολα το κοντέρ να τερματίζει, και πολλές γρήγορες καμπές, αφού η χάραξη του δρόμου ακολουθεί πιστά το ανάγλυφο του βουνού.

Για την Quattroporte, αυτό είναι το ιδανικό πεδίο δράσης. Ευθύβολη, ακλόνητα σταθερή μέχρι την τελική της, με το μοτέρ να γεμίζει ορεξάτα τις εφτά πρώτες σχέσεις πριν κουμπώσει η 8η και πάρει ανάσες.

Η ανάρτηση αποτελείται από διπλά ψαλίδια και στις τέσσερις γωνίες, αλουμινένια για περιορισμό του βάρους. Τα αμορτισέρ είναι ηλεκτρονικά ελεγχόμενα, αυτά που η Maserati ονομάζει Skyhook. Έχουν εξελίξει σχολαστικά το λογισμικό τους, έτσι ώστε να πετύχουν το βέλτιστο συμβιβασμό άνεσης και σπορ οδικής συμπεριφοράς. Θα έλεγα όμως ότι μόνο στο δεύτερο κομμάτι έχουν πετύχει απόλυτα το στόχο τους.

Στη βασική ρύθμιση, η ανάρτηση είναι άνετη μεν, όχι όμως όσο σε μια Mercedes ή μια BMW. Ίσως και λόγω της ακραίας επιλογής τροχών, με ζάντα 21 ιντσών και 30άρι προφίλ πίσω. Ταυτόχρονα, ο έλεγχος του βάρους δεν είναι ικανοποιητικός, επιτρέποντας αρκετά μεγάλη κλίση και ταλαντώσεις, ακόμη και από ασήμαντα για το εκτόπισμα ενός τέτοιου αυτοκινήτου ερεθίσματα.

Αντίθετα, η σπορ ρύθμιση αναδεικνύει τα δυναμικά χαρακτηριστικά του πλαισίου, χωρίς ουσιαστικές παραχωρήσεις σε ότι έχει να κάνει με την άνεση. Η κλίση περιορίζεται δραστικά, μαζί και η υποστροφή. Όχι μόνο στα πατημένα κομμάτια της Α1, αλλά και στο στενό στροφιλίκι που μπήκαμε για να προσεγγίσουμε το Passo della Futa, κομμάτι της διαδρομής του θρυλικού Mille Miglia.

Η κατανομή βάρους 50:50 βοηθά την Quattroporte να κρύβει το μέγεθός της και να ανταποκρίνεται στις διαδοχικές αλλαγές κατεύθυνσης με προθυμία και ακρίβεια. Η Maserati προτρέπει τον ιδιοκτήτη να πάρει στα χέρια του το τιμόνι και να ζήσει αυτή την εμπειρία. Για αυτόν σχεδίασαν τη νέα κρεμαγέρα, αλουμινένια ώστε να είναι ελαφρύτερη και υδραυλική, όπως παλιά, για καλύτερη πληροφόρηση.

Η ρύθμιση σε σχέση με το βάρος είναι ιδανική. Εύκολη και οικεία αίσθηση για τον αδιάφορο, αλλά και ουσιαστική για εκείνον που θα αναζητήσει το κάτι παραπάνω παρασυρμένος από τον ήχο του V6 και την ιστορία της Τρίαινας.

Η συμπεριφορά είναι εκνευριστικά ουδέτερη. Με μεταξόνιο μακρύτερο από ένα ολόκληρο Toyota iQ είναι αδύνατο να σπάσεις την πρόσφυση στην είσοδο. Στην έξοδο, η τετρακίνηση κάνει θαύματα ακόμη και σε βρεγμένο τερέν, με κλειδωμένο τιμόνι, 2η (ή και 1η ακόμη) και το πόδι στο πάτωμα.

Το ρόλο του κεντρικού διαφορικού αναλαμβάνει ένας ηλεκτρονικά ελεγχόμενος συμπλέκτης με δύο πολύδισκα σετ. Το σύστημα λαμβάνει πληροφορίες από δεκάδες αισθητήρες για τη γωνία του τιμονιού, τη θέση του πεντάλ γκαζιού, το ρυθμό περιστροφής του αυτοκινήτου, τα διαμήκη και εγκάρσια φορτία κ.λπ. Και έτσι μαντεύει, θαρρείς, την παραμικρή υποψία υπερστροφής και την εξουδετερώνει χωρίς να απαιτεί από εσένα τίποτα περισσότερο από στοιχειώδη λογική και ψυχραιμία.

Στα 300 περίπου χιλιόμετρα της διαδρομής μας, μοιρασμένα ανάμεσα σε εθνικό και στενό επαρχιακό δρόμο, τα φρένα πέρασαν κυριολεκτικά... απαρατήρητα. Κι αυτό είναι σίγουρα καλό, αφού σε αυτοκίνητα με τόσο γκάζι και βάρος, αν τα φρένα σου τραβήξουν την προσοχή θα είναι μάλλον για τους λάθος λόγους. Τα υλικά τριβής και οι δαγκάνες της Brembo έχουν εξελιχθεί με γνώμονα όχι μόνο την απόδοση και την αντοχή, αλλά επίσης το χαμηλό επίπεδο θορύβου. Και προφανώς έχουν πιάσει όλους τους στόχους τους.

Μηχανή του χρόνου
Η παραπάνω φράση αναφέρεται φυσικά στην ικανότητα της Quattroporte να σε ταξιδεύει, αλλά όχι μόνο. Αφορά και στην ίδια τη Maserati. Το αυτοκίνητο αυτό, με τον εκπληκτικό downsized υπερτροφοδοτούμενο κινητήρα, τη σύγχρονη και συνάμα παραδοσιακή σχεδίαση μέσα κι έξω, την αποτελεσματική τετρακίνηση και την εξαιρετική ποιότητα κατασκευής είναι αυτό που θα οδηγήσει τη φίρμα με ασφάλεια στο μέλλον. Η μικρότερη και φθηνότερη Ghibli που φέρνει το μεγάλο μπαμ στον όγκο των πωλήσεων, σε αυτούς ακριβώς τους πυλώνες βασίζεται.

Το αυτοκίνητο που μόλις οδηγήσαμε είναι δίχως άλλο εξαιρετικό. Είναι όμως το καλύτερο της κατηγορίας του; Για μένα, σαφώς και ναι. Για τον τυπικό αγοραστή της κατηγορίας που ως τώρα επέμενε γερμανικά, ίσως όχι. Εκείνος θα ήθελε να έχει δεκάδες ηλεκτρονικά οδηγικά βοηθήματα πρόληψης ή αποφυγής ατυχημάτων, υβριδική έκδοση, περισσότερες οθόνες και πιο πλούσιο μενού infotainment, καλύτερα φινιρισμένες κολλήσεις στα κρυφά σημεία, καλύτερη ηχομόνωση, άχρωμο και χαμηλότερης έντασης ήχο, πιο άνετη ανάρτηση και λιγότερο σπορ οδική συμπεριφορά. Τότε όμως δεν θα ήταν μια πραγματική Maserati.

Σε ένα τέτοιο αυτοκίνητο, όλη η ουσία είναι το συναίσθημα. Οι Γερμανοί συνηθίζουν να δίνουν στα δικά τους μοντέλα ονόματα ψυχρά σαν μαθηματικές εξισώσεις, συνδυασμούς από αρχικά, παύλες και αριθμούς. Το όνομα Maserati Quattroporte κρύβει μέσα του μια ερωτική μελωδία που βγαίνει αυθόρμητα από τα χείλη αυτού που το προφέρει. Αν εκτός από το να βγάζεις λεφτά γνωρίζεις και πώς να τα απολαμβάνεις, δεν υπάρχει κανένα δίλημμα.

H Maserati Quattroporte V6 Q4 με μια ματιά
Κυβισμός
2.979 cc
Κύλινδροι/βαλβίδες V6/24
Τροφοδοσία Άμεσος ψεκασμός & δύο τούρμπο twin scroll
Ιπποδύναμη 410 PS/5.500 rpm
Ειδική ισχύς 137,6 PS/lt.
Ροπή 56 kgm /1.750–5.000 rpm
Βάρος 2.005 kg
Kg/PS 4,9
0-100 km/h 4,9”
Τελική ταχύτητα 285 km/h
Διαστάσεις 5.262 x 1.948 x 1.481 mm
Μεταξόνιο 3.171 mm
Μετατρόχια εμπρός/πίσω 1.634/1.647 mm
Ανάρτηση Διπλά ψαλίδια, ηλεκτρονικά ελεγχόμενα αμορτισέρ Skyhook
Φρένα εμπρός/πίσω Αεριζόμενοι δίσκοι 360 mm/350 mm
Λάστιχα εμπρός-πίσω 245/35 R21 - 285/30 R21
Στοιχεία κατασκευαστή

Ακολουθήστε το DRIVE στο Google News και τα Social Media
 

Google NewsFacebookTwitterInstagramYouTube