Ατμοσφαιρική ρύπανση: Μετά τα αυτοκίνητα, τώρα στο στόχαστρο τα αεροπλάνα
Η αύξηση του τουρισμού αυξάνει και τις πτήσεις και αυτό συνεπάγεται τεράστια επιβάρυνση του περιβάλλοντος.
Συνηθίζεται να είναι το αυτοκίνητο αυτό που κατηγορείται για το μεγαλύτερο ποσοστό της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Μάλισα οι κατήγοροί του δεν αρκούνται σε αυτή καθαυτή τη χρήση του, αλλά επεκτείνονται και στο οικολογικό απoτύπωμα στη διάρκεια της παραγωγής του κάθε αυτοκινήτου.
Όμως τώρα βρέθηκε ένας άλλος «εχθρός» που σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα είναι ο... τουρισμός!
Και αυτό διότι όπως λένε, επιβαρύνονται οι παράγοντες που επηρεάζουν την κλιματική αλλαγή ιδίως εξαιτίας των αυξημένων πτήσεων το καλοκαίρι. Πολλές αεροπορικές εταιρείες προτείνουν στους επιβάτες να πληρώσουν ένα επιπλέον ποσό για να μειωθούν οι εκπομπές CΟ2.
Η εικόνα των γεμάτων αεροδρομίων με τεράστιες ουρές αναμονής είναι σχεδόν κανόνας ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες. Η ζήτηση αεροπορικών πτήσεων είναι τότε ιδιαίτερα αυξημένη, ενώ ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών χαμηλού κόστους είναι μεγάλος. Η συμβολή των αερογραμμών στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ανέρχεται στο 2% των παγκόσμιων εκπομπών. Το ποσοστό αυτό ισούται με το ποσοστό εκπομπών CO2 της βιομηχανικά προηγμένης Γερμανίας. Ιδιαίτερα ανησυχητική μάλιστα είναι η ολοένα αυξανόμενη παραγωγή ρύπων από τις αερογραμμές, ενώ το πρόβλημα αναμένεται να λάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις στο μέλλον.
Σύμφωνα με τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα το επιτρεπτό αποτύπωμα κάθε ανθρώπου σε διοξείδιο του άνθρακα θα έπρεπε να είναι περίπου 2 τόνοι CO2 το χρόνο. Ωστόσο στην πράξη αυτό αποδεικνύεται ανέφικτο. Μόνο μια πτήση από την Φρανκφούρτη προς τη Σιγκαπούρη αφήνει πίσω της 6 τόνους CO2 ανά επιβάτη, σύμφωνα με υπολογισμούς της γερμανικής περιβαλλοντικής οργάνωσης Atmosfair. Έτσι σύμφωνα με πολλούς ειδικούς η μόνη φιλική προς το περιβάλλον λύση θα ήταν… η πλήρης αποφυγή των αεροπορικών πτήσεων. Η νέα μόδα πάντως στις αεροπορικές εταιρείες είναι η προαιρετική πληρωμή ενός έξτρα ποσού από τους επιβάτες για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Το ποσό αυτό ανά πτήση πηγαίνει στη χρηματοδότηση προγραμμάτων καθαρής ενέργειας για τις ίδιες τις αεροπορικές εταιρίες ή τη στήριξη άλλων περιβαλλοντικών προγραμμάτων π.χ. προστασίας των δασών. Για παράδειγμα η γερμανική Lufthansa για μια πτήση Φρανκφούρτη-Σιγκαπούρη ενημερώνει καταρχάς τους επιβάτες για το «ανθρακικό αποτύπωμά» τους και το κόστος του. Αυτό υπολογίζεται για τη συγκεκριμένη περίπτωση στα 106€. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν έτσι να πληρώσουν προαιρετικά αυτό το ποσό για να στηρίξουν περιβαλλοντικά προγράμματα ηλιακής ενέργειας στην Αιθιοπία και την Κένυα. Αλλά πόσο όλα αυτά έχουν όντως αντίκτυπο στην πράξη; Και μήπως είναι απλώς ένας τρόπος για να έχουμε τελικά μόνο τη συνείδησή μας καθαρή;
Οι απόψεις διίστανται
Σύμφωνα με τον Κέλεϋ Χάμρικ, διευθύνοντα σύμβουλο της Ecosystem Marketplace Initiative, μιας περιβαλλοντικής οργάνωσης που εστιάζει σε φιλικές προς το περιβάλλον επενδύσεις, η πρακτική του «οικονομικού αντισταθμίσματος» στις εκπομπές άνθρακα είναι ένα θετικό βήμα με περιβαλλοντικό πρόσημο. Ωστόσο πολλοί καταναλωτές παραμένουν επιφυλακτικοί. Για πολλούς η τάση αυτή μοιάζει απλώς σα να πληρώνεις για κάτι που ξέρεις εκ των προτέρων ότι είναι επιβλαβές.
Από την άλλη πλευρά σύμφωνα με την Forest Trends το 2016 οι αεροπορικές εταιρείες που έκαναν προσπάθειες για μικρότερο «ανθρακικό αποτύπωμα» στην ατμόσφαιρα ήταν εκείνες που είχαν εισαγάγει αντίστοιχα αντισταθμίσματα (offsets). Στην πράξη βέβαια λίγοι είναι οι επιβάτες που επιλέγουν να πληρώσουν προαιρετικά επιπλέον ποσά για να στηρίξουν προγράμματα μείωσης διοξειδίου του άνθρακα από τις αεροπορικές εταιρείες. Για παράδειγμα στη Lufthansa το 2016 μόνο το 1% των επιβατών πλήρωσε ένα αντίστοιχο ποσό, όπως ανέφερε στη DW εκπρόσωπος της γερμανικής αεροπορικής εταιρείας.
Μια μεγάλη πρόκληση για τις αερογραμμές
Το όλο θέμα πάντως απασχολεί έντονα τα τελευταία χρόνια τον κλάδο των αερογραμμών. Οι επενδύσεις τους σε προγράμματα καθαρής ενέργειας θα πρέπει να είναι ορατές και μετρήσιμες από τους καταναλωτές προκειμένου να είναι και πειστικές. Ωστόσο αυτή είναι ακριβώς και η μεγάλη πρόκληση. Σύμφωνα με τον Ντάστιν Ντέιτον από τον όμιλο Green Alliance είναι ακόμη δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί το πραγματικό όφελος για το περιβάλλον από τέτοιου είδους πρωτοβουλίες. «Εάν για παράδειγμα επενδύσει μια αεροπορική εταιρεία σε προγράμματα αναδάσωσης, πόσο διοξείδιο του άνθρακα λιγότερο θα εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα, αντισταθμίζοντας αυτό που παράγουν οι αερογραμμές», διερωτάται.
Επίσης ένα άλλο σημαντικό θέμα που θα πρέπει να δουν με προσοχή οι αεροπορικές είναι το θέμα της πιστοποίησης αντίστοιχων προγραμμάτων από διακεκριμένους οργανισμούς και ανεξάρτητους φορείς, ώστε να ελέγχονται και να αξιολογούνται τα εκάστοτε αποτελέσματα αντίστοιχων πρακτικών. Ζητήματα που στην πράξη όμως δεν είναι και τόσο απλά.
[Πηγή:Deutsche Welle]