Test drive: Mercedes-Benz GLC 250 4MATIC

Test drive: Mercedes-Benz GLC 250 4MATIC

Δοκιμάζουμε το νέο μεσαίο SUV της Mercedes-Benz με το δίλιτρο κινητήρα βενζίνης 211 PS, μόνιμη τετρακίνηση και μεγαλύτερες διαστάσεις από την GLK που αντικαθιστά.

Πρέπει να ομολογήσω πως μου άρεσε η απερχόμενη GLK. Σχεδιαστικά, την έβρισκα (και εξακολουθώ) πολύ μάτσο, ενώ ήταν και το μόνο πολυτελές SUV που εκτός δρόμου μπορούσε να κάνει σπουδαία πράγματα.

Η GLC, ωστόσο, που την αντικαθιστά, σε κάνει σχεδόν αμέσως να την ξεχάσεις. Σχεδιαστικά πρώτα πρώτα: από τις ακμές και τις γωνίες της GLK τώρα έχω μπροστά μου ένα από τα πιο όμορφα SUV της αγοράς. Εντυπωσιακές καμπύλες, χωρίς όμως περιττές φλυαρίες. Μεγαλύτερο, αλλά χωρίς να δείχνει υπερβολικό, το σύνολο είναι σαφώς πιο μοντέρνο και νεανικό, πολυτελές αλλά όχι εξεζητημένο. Η GLC δείχνει να ολοκληρώνει τη νέα σχεδιαστική γλώσσα της Mercedes-Benz με εντυπωσιακό τρόπο.

Επί της ουσίας, είναι και πιο αεροδυναμική από την απερχόμενη GLK (Cd: 0,31 έναντι 0,34) και βέβαια σαφώς μεγαλύτερη: κατά 120 mm σε μήκος (4.656 mm), 50 mm σε πλάτος (1.890 mm) και 9 mm σε ύψος (1.639 mm). Σε συνδυασμό με το μακρύτερο, κατά 118 mm, μεταξόνιο των 2.873 mm, προσφέρει αισθητά μεγαλύτερους χώρους επιβατών αλλά και περισσότερο χώρο για τις αποσκευές, που φτάνει τα 580 lt με τα πίσω καθίσματα στη θέση τους και τα 1.600 όταν αναδιπλωθούν, δηλαδή συν 80-110 και 50 lt αντίστοιχα σε σχέση με την GLK.

Στο εσωτερικό, κυρίαρχο στοιχείο είναι η μονοκόμματη και έντονα κεκλιμένη κονσόλα, η οποία βασικά είναι απαράλλαχτη με αυτήν της C-Class. Η σχεδίαση είναι εντυπωσιακή, τα υλικά από το πάνω ράφι, ίσως όμως η συναρμογή κάποιων τμημάτων θα μπορούσε να είναι καλύτερη. Οι χώροι για μικροαντικείμενα είναι υπεραρκετοί. Η εργονομία για όποιον οδηγεί πρώτη φορά Mecedes είναι λίγο ανάποδη, αλλά συνηθίζεται πολύ γρήγορα. Σε αντίθεση με την εργονομία του συστήματος multimedia, του COMAND, το οποίο δεν έχει έναν ειρμό. Διότι, για παράδειγμα να μπορείς να κάνεις το ίδιο πράγμα και από τον περιστροφικό διακόπτη και από την κεντρική κονσόλα και από το touch pad; Και γιατί για να αλλάξεις ένα σταθμό στο ραδιόφωνο θα πρέπει να μπεις σε τρία διαφορετικά υπομενού;

Ο βασικός εξοπλισμός είναι πλούσιος και περιλαμβάνει επτά αερόσακους, διζωνικό κλιματισμό, καθίσματα ρυθμιζόμενα κατά το ήμισυ ηλεκτρικά, cruise control, ανάρτηση AGILITY CONTROL με ηλεκτρονικά ελεγχόμενα αμορτισέρ, αυτόματο κιβώτιο 9 G-TRONIC και ένα πακέτο ηλεκτρονικών συστημάτων πρόληψης και αποφυγής ατυχημάτων, που μπορεί φυσικά να εμπλουτιστεί με περαιτέρω λειτουργίες.

Και ενώ ο όγκος έχει αυξηθεί, το βάρος έχει μειωθεί κατά 80 kg, 50 από τα οποία προέρχονται από το αμάξωμα που είναι κατασκευασμένο από αλουμίνιο και χάλυβα υψηλής και υπέρ-υψηλής αντοχής. Επίσης, η χρήση αλουμινίου σε επιλεγμένα σημεία της ανάρτησης δεν έχει θετικά αποτελέσματα μόνο στη ζυγαριά, αλλά και στην ποιότητα κύλισης λόγω του μικρότερου μη φερόμενου βάρους. Χμ, εδώ ωστόσο πρέπει να κάνω μια αρνητική παρατήρηση: Το αυτοκίνητο δοκιμής είναι η έκδοση Edition 1. Εντυπωσιακό στην εμφάνιση σίγουρα, με το AMG look, όμως οι ζάντες 20” δείχνουν με όμορφες, αλλά ακυρώνουν ένα σημαντικό ποσοστό άνεσης. Οι λακκούβες μικρής συχνότητας ειδικά γίνονται αισθητές και ένα ενοχλητικό τρεμούλιασμα περνάει στο τιμόνι.

Χρειάζεται η GLC 250, με τον 4κύλινδρο και 16βάλβιδο κινητήρα βενζίνης, με τούρμπο και άμεσο ψεκασμό που αποδίδει 211 PS στις 5.500 rpm και 35,7 kgm από τις 1.200 έως τις 4.000 rpm, την έξτρα σπορ ανάρτηση και τους τεράστιους αυτούς τροχούς; Επί της ουσίας όχι, τουλάχιστον όχι σε δρόμους όπως οι ελληνικοί. Το αυτοκίνητο ούτως ή άλλως οδηγικά είναι σπουδαίο, μακράν καλύτερο από αυτό που αντικαθιστά. Σκεφτείτε ότι στο βασικό του εξοπλισμό ενσωματώνει, όπως προανέφερα και την ανάρτηση AGILITY CONTROL που συνδυάζει συμβατικά ελατήρια με ηλεκτρονικά ελεγχόμενα αμορτισέρ μεταβλητής απόσβεσης.

Η ανάρτηση μπροστά έχει διάταξη τεσσάρων αντί τριών συνδέσμων, που χρησιμοποιούσε η GLK και πίσω μια εξέλιξη του συστήματος πέντε συνδέσμων που χρησιμοποιεί η Mercedes-Benz. Παρουσιάζεται λοιπόν το παράδοξο, η συγκεκριμένη GLC να είναι εξαιρετική στον αυτοκινητόδρομο. Ευθύβολη, χωρίς αεροδυναμικό θόρυβο, με ένα ανεπαίσθητο γουργούρισμα από τον κινητήρα και με εξαιρετική ποιότητα κύλισης. Σε πιο χαμηλές ταχύτητες ωστόσο, ή μέσα στην πόλη, δυσφορεί σε λακκούβες. Από την άλλη βέβαια το αποτέλεσμα σε δρόμους με στροφές είναι σαφώς καλύτερο. Ο δίλιτρος τούρμπο τραβά ψυχωμένα και το ίδιο το αμάξωμα κρύβει σαν ταχυδακτυλουργός τον όγκο του. Στρίβει με απόλυτη σιγουριά και το τιμόνι μεταβλητού βήματος και υποβοήθησης είναι γρήγορο και με αρκετά καλή αίσθηση για τον χαρακτήρα του αυτοκινήτου. Με μια μικρή επιφύλαξη της απευθείας αντιπαράθεσης, που θα γίνει σύντομα ελπίζω, θα έλεγα πως μπορεί πλέον να κοιτάξει στα μάτια την BMW X3, από την οποία ήδη έχει πάρει τα σκήπτρα όσον αφορά την ησυχία και την ποιότητα κύλισης.

Λάθος μου που δεν έχω τονίσει μέχρι τώρα, πόσο γρήγορη είναι η GLC 250. Μιλάμε για ένα αυτοκίνητο λοιπόν που, παρά τα 1.780 κιλά του πετυχαίνει το 0-100 σε 7,4”, βγαίνει στο χιλιόμετρο σε 28,4” με ταχύτητα 182,5 km/h και από το 60-160 km/h με αλλαγές, σε 16,4”. Οι ρεπρίζ με kickdown είναι επίσης πολύ γρήγορες. To 80-110 km/h το πετυχαίνει σε 3,6” και το 110-140 km/h σε 5,5". Για να δώσουμε ένα σημείο αναφοράς θα πρέπει να πούμε πως η GLC 250 είναι παντού πιο γρήγορη από την GLK 350, ομοίως και από το Audi Q5 2.0 TFSI, αλλά και το Lexus NX 300h. Εξαιρετικά είναι και τα φρένα, τόσο σε δύναμη, αφού ακινητοποιούν το βάρους 1.780 κιλών αμάξωμα από τα 100 km/h σε μόλις 37,5 μέτρα, αλλά και σε αντοχή. Θα μπορoύσαν να είναι λίγο πιο γραμμικά σε αίσθηση, αλλά πρόκειται περί πταίσματος.

Σε αυτές τις εξαιρετικές επιδόσεις αρωγός είναι το νέο κιβώτιο 9 G-TRONIC. Αλλάζει βελούδινα, είναι σε κάθε περίπτωση πολύ έξυπνο στην αυτόματη λειτουργία και πολύ βελτιωμένο στη χειροκίνητη σε σχέση με το 7 G-TRONIC. Σε συνθήκες κανονικής οδήγησης επίσης, ειδικά στις στροφές είναι ξεκάθαρα πιο γρήγορο, φτάνοντας σχεδόν στο επίπεδο του μέχρι σήμερα κορυφαίου αυτόματου κιβωτίου οκτώ σχέσεων, της BMW. Ίσως κάποια στιγμή, στην αυτόματη λειτουργία, έχεις την εντύπωση ότι υπερβάλλει. Ότι δηλαδή οι αλλαγές από τη μια στροφή μέχρι την επόμενη θα μπορούσαν να είναι λιγότερες, αλλά αυτό είναι κάτι που διορθώνεται στη λειτουργία Sport+ ή στη χειροκίνητη. Να σημειώσουμε εδώ πως υπάρχουν συνολικά πέντε προγράμματα που ρυθμίζεις από το AGILITY CONTROL: Eco, Comfort, Sport, Sport+ και Individual. Το Sport μου άρεσε περισσότερο συνολικά, αλλά αν θες να πετύχεις μια αξιοπρεπή κατανάλωση, οφείλεις να περνάς τον περισσότερο χρόνο σου με το Eco. Προσωπικά δεν κατάφερα κάτι χαμηλότερο από ένα 9,6 lt/100 km και μια μέση κατανάλωση στα 10,7 lt/100 km.

Η τετρακίνηση προφανώς παίζει κι αυτή το ρόλο της στην ισορροπημένη συμπεριφορά του αυτοκινήτου, ειδικά στις στροφές, αλλά δεν μπορείς με σιγουριά να την ποσοτικοποιήσεις. Κάτι που αντιθέτως το κάνεις, όταν βρεθείς εκτός δρόμου. Διότι, είπαμε, η GLC, παρά την κυριλέ εμφάνιση, συνεχίζει την παράδοση της GLK σε αυτόν τον τομέα. Πρωταγωνιστής του συστήματος τετρακίνησης λοιπόν είναι ένα, ξεχωριστό από το κιβώτιο, tranfer case, το οποίο μοιράζει τη ροπή 45:55 εμπρός/πίσω. Στη βάση της κονσόλας, πίσω από τα χειριστήρια του COMAND, υπάρχουν δύο κουμπιά. Το ένα με το σύστημα DSR, που ελέγχει την ταχύτητα καθόδου σε απότομες κατηφόρες, ακόμα και με όπισθεν. Και το άλλο που σου δίνει τη δυνατότητα να διαλέξεις ανάμεσα σε τέσσερα, στην περίπτωσή μας, προγράμματα εκτός δρόμου οδήγησης: το off road, το Slippery, το Incline και το Trailer. Ανάλογα με τις συνθήκες, ρυθμίζονται η απόκριση του γκαζιού, το κιβώτιο και κυρίως η λειτουργία του ABS και του ESP, μέσω των οποίων ελέγχεται η πρόσφυση, αφού τα διαφορικά είναι ελεύθερα. H ρύθμιση Incline σου δίνει τη δυνατότητα ανάβασης ακόμα και σε δύσκολα τερέν με μεγάλη κλίση, το Slippery είναι ιδανικό για οδήγηση σε λάσπη ή πάγο και το Trailer για μέγιστη αποτελεσματικότητα στην ανέλκυση μιας βαριάς βάρκας, ας πούμε, στη γλίστρα. Προσθέστε τώρα και την μεγάλη απόσταση από το έδαφος που με την κανονική ανάρτηση είναι 18,1 cm, αλλά με την έξτρα AIR BODY CONTROL μπορεί να φτάσει στα 22,7 cm και θα καταλάβετε γιατί η GLC έχει δυνατότητες δυσανάλογα μεγάλες σε σχέση με την θέληση ή την προθυμία των ιδιοκτητών της να τη υποβάλλουν σε δύσκολες εκτός δρόμου δοκιμασίες. Να διευκρινίσω εδώ και πάλι πως η διάσταση των ελαστικών του συγκεκριμένου αυτοκινήτου δεν ενδείκνυται για σοβαρή εκτός δρόμου διαδρομή.

Και περνάμε στο μεγάλο δίλημμα: Έστω ότι θέλω να αγοράσω GLC (και μπορώ φυσικά). Να πάρω τη βενζινοκίνητη ή την ντίζελ; Προφανώς η συνολική λειτουργία του βενζινοκίνητου είναι πιο ραφιναρισμένη. Συνολικά επίσης είναι πιο γρήγορο, αλλά η διαφορά των €4.300 από τη GLC 250 CDI δεν είναι τόση που να μην μπορείς να κάνεις απόσβεση σχετικά γρήγορα, δεδομένου ότι και η κατανάλωση των 10,7 lt/100 km του βενζινοκίνητου είναι αρκετά υψηλή ούτως ή άλλως. Περιμένουμε ωστόσο να οδηγήσουμε και την ντίζελ έκδοση (με μικρότερους τροχούς...) για να έχουμε πιο αποκρυσταλλωμένη άποψη.

Τι λέει το DRIVE
Πρόκειται για ένα εξαιρετικό SUV, το καλύτερο που έχει κατασκευάσει μέχρι σήμερα η Mercedes-Benz, με ό,τι καλύτερο από πλευράς τεχνολογίας, γοητευτική εμφάνιση, μεγάλους χώρους και κορυφαία οδική συμπεριφορά εντός και εκτός δρόμου. Η αρχική τιμή της βενζινοκίνητης έκδοσης δεν είναι παράλογη για τα δεδομένα της κατηγορίας, προσοχή ωστόσο στην επιλογή του πρόσθετου εξοπλισμού.
Τιμή από €48.850 (με απόσυρση)
Τεχνολογία 1.991 cc, i4, 16v, 2 ΕΕΚ, άμεσος ψεκασμός και τούρμπο, 211 PS/5.500 rpm, 35,7 kgm/2.000-4.000 rpm, αυτόματο κιβώτιο 9 σχέσεων
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
0-100 km/h 7,4”
0-160 km/h 19,7”
0-400 m 15,4” @ 145 km/h
0-1.000 m 28,4” @ 182,5 km/h
50-110 km/h (με αλλαγές) 6,3”
50-80 km/h (kickdown) 2,6”
80-110 km/h (kickdown) 3,6”
110-140 km/h (kickdown) 5,5”
Φρένα 100-0 km/h 37,5 m
Τελική ταχύτητα 222 km/h
Μέση κατανάλωση 10,7 lt/100 km
Εκπομπές CO2 166 g/km
Διαστάσεις 4.656 mm x 1.890 mm x 1.639 mm
Βάρος 1.780 kg
Μετρήσεις DRIVE

Ακολουθήστε το DRIVE στο Google News και τα Social Media
 

Google NewsFacebookTwitterInstagramYouTube