Σαν σήμερα: Tο 1996, ανοίγει το «Dream Factory» της Volkswagen στη Resende, στη Βραζιλία
Στις 18 Νοεμβρίου του 1996, ένα επαναστατικό, νέο εργοστάσιο της Volkswagen μπαίνει σε λειτουργία στη Βραζιλία και ένα τεράστιο σκάνδαλο προκύπτει.
Το εμβαδού ενός εκατομμυρίου τετραγωνικών μέτρων εργοστάσιο δεν είχε τη συνηθισμένη επάνδρωση στη γραμμή συναρμολόγησης από εργάτες της Volkswagen.
Στην πραγματικότητα οι μόνοι εργαζόμενοι που υπήρχαν στο μισθολόγιο ήταν οι επιθεωρητές ποιοτικού ελέγχου. Ανεξάρτητοι υπεργολάβοι ήταν υπεύθυνοι για τη συναρμολόγηση κάθε τμήματος των φορτηγών και λεωφορείων που κατασκεύαζε το εργοστάσιο. Αυτή η διαδικασία, την οποία η Volkswagen αποκαλούσε η «σπονδυλωτή κοινοπραξία», μείωσε σημαντικά το εργατικό κόστος της επιχείρησης, κάνοντάς το πρόβλημα κάποιου άλλου: Η εταιρεία απλώς αγόραζε την απαιτούμενη εργασία από το μειοδότη. Προοδευτικά, η Volkswagen ήλπιζε να εφαρμόσει αυτό το νέο σύστημα σε όλα τα εργοστάσια της στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Στο σπονδυλωτό σύστημα κοινοπραξιών, οκτώ διαφορετικοί υπεργολάβοι εκμεταλλεύονταν τα δικά τους μίνι-ατελιέ συναρμολόγησης κατά μήκος της κύριας γραμμής: Για παράδειγμα, η MWM/Cummins κατασκεύαζε και τοποθετούσε τα κιβώτια ταχυτήτων και κινητήρες, ενώ η Ford Motor Company προμήθευε τις καμπίνες. Και καθεμία από τις εταιρείες αυτές ήταν υπεύθυνη για την εγκατάσταση και την επιθεώρηση των δικών της εξαρτημάτων. Οποιαδήποτε προβλήματα ποιότητας στο τελικό προϊόν βάραιναν και χρεώνονταν στον υπεύθυνο υπεργολάβο.
Το σύστημα ήταν εξαιρετικά κερδοφόρο για τη Volkswagen. Η εταιρεία ήταν σε θέση να διαπραγματευτεί πολύ χαμηλές χρεώσεις από τους υπεργολάβους της για ανταλλακτικά και εργασία. Έτσι εξοικονομούσε χρήματα για κάθε φορτηγό και λεωφορείο που περνούσε από το εργοστάσιο Resende και μπορούσε να μετακυλίσει αυτή την οικονομία στους πελάτες της. Εν τω μεταξύ, οι ανταγωνιστές που δεν χρησιμοποιούσαν σύστημα υπεργολάβων δυσκολεύονταν να αντισταθμίσουν τις χαμηλές τιμές της Volkswagen.
Η εγκατάσταση της Resende μπορεί να ήταν το «Dream Factory» της Volkswagen, όπως το ονόμασαν ορισμένοι δημοσιογράφοι, αλλά για τη General Motors ήταν ένας εφιάλτης. Ο πρωταγωνιστής πίσω από την ιδέα της σπονδυλωτής κοινοπραξίας ήταν ο επικεφαλής προμηθειών της VW, ο José Ignacio López de Arriortúa, ο οποίος είχε απολυθεί από την GM πριν από τρία χρόνια. Όταν έφυγε, πήρε μαζί του εκατομμύρια από τα άκρως απόρρητα έγγραφα, σχέδια και διαφάνειες για ένα εργοστάσιο που η GM ονόμασε «Plant X»: Ένα εργοστάσιο που, όπως ισχυρίστηκε η General Motors, ήταν εντυπωσιακά παρόμοιo με αυτό της VW στη Resende. Μέχρι τα τέλη του 1996, οι Lopez και VW αντιμετώπισαν κατηγορίες βιομηχανικής κατασκοπείας στη Γερμανία και στις ΗΠΑ, καθώς και μια βαριά αγωγή της GM, η οποία απαιτούσε εκατομμύρια δολάρια το επόμενο έτος για αποζημίωση. Ο Lopez παραιτήθηκε από τη VW και κατέφυγε στην Ισπανία, την πατρίδα του, η οποία αρνήθηκε να τον εκδώσει για να δικαστεί.
Σήμερα, περίπου 4.500 άτομα εργάζονται στο εργοστάσιο της Resende. Συνολικά, η μονάδα έχει κατασκευάσει περισσότερα από 300.000 φορτηγά και λεωφορεία.